Εγώ, ο Μπέρτολ Μπρεχτ, είμαι απ’ τα μαύρα δάση...
Στις πολιτείες μ’ έφερε η μητέρα μου...
Σαν ήμουν μέσα στο κορμί της...
Κι η παγωνιά του δάσους...
Θα μείνει εντός μου ως τη στερνή τη μέρα μου...
Την πολιτεία της ασφάλτου νιώθω σπίτι μου...
Απ’ την αρχή...
Με όλα τ’ άχραντα μυστήρια εφοδιασμένος...
Μ’ εφημερίδες. Με καπνό. Και με κονιάκ...
Τεμπέλης και καχύποπτος και, τελικά, ευχαριστημένος...
Με τους ανθρώπους είμαι φιλικός...
Φοράω σκληρό καπέλο αφού έτσι είν’ ο συρμός τους...
Λέω... Είναι ζώα που παράξενα μυρίζουν...
Και λέω πάλι... Δε βαριέσαι, είμαι όμοιος τους...
Στις πολιτείες μ’ έφερε η μητέρα μου...
Σαν ήμουν μέσα στο κορμί της...
Κι η παγωνιά του δάσους...
Θα μείνει εντός μου ως τη στερνή τη μέρα μου...
Την πολιτεία της ασφάλτου νιώθω σπίτι μου...
Απ’ την αρχή...
Με όλα τ’ άχραντα μυστήρια εφοδιασμένος...
Μ’ εφημερίδες. Με καπνό. Και με κονιάκ...
Τεμπέλης και καχύποπτος και, τελικά, ευχαριστημένος...
Με τους ανθρώπους είμαι φιλικός...
Φοράω σκληρό καπέλο αφού έτσι είν’ ο συρμός τους...
Λέω... Είναι ζώα που παράξενα μυρίζουν...
Και λέω πάλι... Δε βαριέσαι, είμαι όμοιος τους...
Μετάφραση Μάριος Πλωρίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου