"Να απομακρύνω δελεάζοντας πολλούς από το κοπάδι, γι' αυτό το πράγμα έχω έρθει. Ας θυμώσουν μαζί μου λαός και κοπάδι, αυτό που θέλει ο Ζαρατούστρα είναι να τον αποκαλέσουν άρπαγα οι βοσκοί".
Φ. Νίτσε
Ο Renzo Novatore (Αμπέλε Ριτσιέρι Φερράρι) σκοτώθηκε σε σύγκρουση με καραμπινιέρους στην Τέλια στις 29 Νοεμβρίου του 1922.
Γεννήθηκε στις 12 Μαΐου του 1890 στην ‘Αρκολα, στην περιοχή Λα Σπέτσια.
Υπήρξε ποιητής, φιλόσοφος, καλλιτέχνης και "στρατευμένος" αναρχικός.
Από το 1908 προσχώρησε στο αναρχικό κίνημα.
Ατομικιστής και αντικληρικός, τη νύχτα της 15ης προς 16η Μαΐου καίει την εκκλησία της παναγίας των αγγέλων, στην Άρκολα. Για την ενέργεια αυτή θα δικαστεί στις 5 Ιουνίου του ίδιου έτους, αλλά στη δίκη που διεξήχθη στη Σαρτσάνα, θα αθωωθεί λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.
Την άνοιξη του 1911 καταζητείται για κλοπές και ληστείες. Στις 30 Σεπτεμβρίου τον συλλαμβάνουν και 10 μέρες αργότερα τον παραδίδουν στις δικαστικές αρχές με μία επιπλέον κατηγορία για βανδαλισμούς.
Στις 20 Ιουνίου του 1912 καλείται να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία όμως στις 26 Ιουλίου απολύεται.
Συνεργάζεται με διάφορα αναρχικά περιοδικά και εφημερίδες από το 1917.
Την άνοιξη του 1911 καταζητείται για κλοπές και ληστείες. Στις 30 Σεπτεμβρίου τον συλλαμβάνουν και 10 μέρες αργότερα τον παραδίδουν στις δικαστικές αρχές με μία επιπλέον κατηγορία για βανδαλισμούς.
Στις 20 Ιουνίου του 1912 καλείται να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία όμως στις 26 Ιουλίου απολύεται.
Συνεργάζεται με διάφορα αναρχικά περιοδικά και εφημερίδες από το 1917.
Άρθρα του βρίσκουμε στο Cronaca Libertaria, στο Libertario, στο Iconoclasta πριν το 1920, ενώ γράφει και για το Scamicciati.
Μαζί με το λογοτεχνικό κριτικό Τιντίνο Ράσι και το φουτουριστή ζωγράφο Τζιοβάνι Γκοβερνάτο, δημιουργούν το Vertice όπου υπογράφει με διάφορα ψευδώνυμα όπως "Brunetta L’ Incendiaria", "Sibilla Vane", "Mario Ferrento". Στο πρώτο τεύχος του Iconoclasta ο σύντροφος και φίλος του, Γκοβερνάτο προαναγγέλλει ότι το Vertice θα φιλοξενήσει "μονάχα έργα ευφυών ελεύθερων πνευμάτων , συγγραφείς και καλλιτέχνες απροκάλυπτους".
Στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου μιας και χρειάζεται κρέας για τα κανόνια, τον ξανακαλούν αλλά στις 26 Απριλίου εξαφανίζεται από το στρατόπεδο χωρίς να ξαναδώσει σημεία ζωής και πλέον καταζητείται για λιποταξία, ενώ καταδικάζεται σε θάνατο από το στρατιωτικό δικαστήριο.
Στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου μιας και χρειάζεται κρέας για τα κανόνια, τον ξανακαλούν αλλά στις 26 Απριλίου εξαφανίζεται από το στρατόπεδο χωρίς να ξαναδώσει σημεία ζωής και πλέον καταζητείται για λιποταξία, ενώ καταδικάζεται σε θάνατο από το στρατιωτικό δικαστήριο.
Δίνεται όμως αμνηστία και έτσι συμμετέχει στις εξεγέρσεις του Μαΐου και του Ιουνίου του 1919 στη Λα Σπέτσια.
Συλλαμβάνεται στις 30 Ιουνίου και τον περιμένει μια νέα δίκη, όμως για καλή του τύχη στις 12 Σεπτεμβρίου δίνεται εκ νέου γενική αμνηστία.
Ένα χρόνο αργότερα στις ταραχές που θα ακολουθήσουν τις καταλήψεις στα εργοστάσια, θα ηγηθεί των επιθέσεων κατά μιας πυριτιδαποθήκης στη Ρέτζια Μαρίνα και κατά των οχυρών και των πολυβολείων που περιέβαλαν την πόλη.
Το καλοκαίρι του 1922 ένοπλοι φασίστες εισβάλλουν στο σπίτι του Νοβατόρε στην Άρκολα.
Το καλοκαίρι του 1922 ένοπλοι φασίστες εισβάλλουν στο σπίτι του Νοβατόρε στην Άρκολα.
Ο Ρέντσο καταφέρνει να διαφύγει κάνοντας χρήση χειροβομβίδων.
Εκείνο τον καιρό είναι που θα ενωθεί με την ομάδα του ληστή Σάντε Ντέτσιμο Πολάστρο. Στις 14 Ιουλίου θα ληστέψουν το υποκατάστημα της αγροτικής τράπεζας στην Τορτόνα και θα σκοτώσουν τον ταμεία όταν αυτός επιχείρησε να αντισταθεί.
Ήταν η αρχή και το τέλος της τελευταίας φυγοδικίας του Ρέντσο, τα μέσα της εποχής τους βάφτισαν υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο και ο κλοιός ολοένα έσφιγγε γύρω τους.
Τον Οκτώβρη στην τοποθεσία Μπετλέμε, στα περίχωρα της Νόβι, ένα απόσπασμα υπό τις οδηγίες του ανθυπασπιστή Λουπάνο, θα ανακαλύψει το κρησφύγετο του Πολάστρο και του λιποτάκτη Κομόλο και ο τελευταίος στον πανικό του θα αρχίσει να τρέχει στο λιβάδι και θα τον σκοτώσουν, αντίθετα ο Πολάστρο θα κατορθώσει να διαφύγει πυροβολώντας με τα δύο του πιστόλια.
Στις 29 Νοέμβρη στην Τέλια, λίγο έξω από τη Γένοβα, το ίδιο απόσπασμα θα εντοπίσει σε μια ταβέρνα το Ρέντσο και τον Πολάστρο.
Στη σύγκρουση που ακολουθεί, θα χάσουν τη ζωή τους ο ανθυπασπιστής Λουπάνο και ο Ρέντσο, ενώ ο Πολάστρο για άλλη μια φορά θα διαφύγει και θα συλληφθεί πέντε χρόνια αργότερα στο Παρίσι.
Ο Ρέντσο έπεσε με τα όπλα στα χέρια
[Απόσπασμα από τη νεκρολογία που δημοσιεύτηκε στο Avenire Anarchico στις 8 Δεκεμβρίου 1922 και επαναδημοσιεύτηκε με διάφορες προσθήκες στο Il Proletario τέσσερις μέρες αργότερα].
[...] Ο δικός μας Ρέντσο Νοβατόρε, ο καλλιτέχνης, ο ποιητής και φιλόσοφος, ένας άνθρωπος της δράσης έπεσε από τις σφαίρες των εχθρών που του κατατρύπησαν τη μεγάλη του καρδιά.
Έπεσε με τα όπλα στα χέρια, σαν εξεγερμένος απαντώντας με το θάνατο στο θάνατο.
Στην Espresso σε ήμι-ανώνυμη [...] επιστολή έγραψαν τα εξής...
"O Ρέντσο Νοβατόρε δολοφονήθηκε.
Έπεσε μαχόμενος, γιατί εκείνος φιλοσοφούσε και μαχόταν συγχρόνως.
Ήταν εδώ και καιρό καταδιωκόμενος.
Βρισκόταν σε μια κατάσταση διαρκούς εξέγερσης.
Στο θάνατο απάντησε με θάνατο.
Πέθανε όπως ακριβώς έζησε, σαν αναρχικός που το στοχασμό του, βαθύς και αριστοκρατικός στοχασμός, τον συμπλήρωνε με την επαναστατική δράση…
[...] Ας μην μιλάμε άλλο γι' αυτόν, τουλάχιστον για την ώρα, μέχρι να φτάσουν νέες ειδήσεις και πιο ακριβείς πληροφορίες..."
Ύστερα... από το λησμονημένο Ντε Λουίτζι, ο Ρέντσο Νοβατόρε.
Οι λίγοι "εικονοκλάστες" ο ένας μετά τον άλλον καίγονται στην πυρά του "Ιδεώδους".
...Αλλά ο Ρέντσο Νοβατόρε δεν είναι μόνο ένας "απαλλοτριωτής", ένας επίβουλος, ή ένας εξεγερμένος αντιφασίστας, αλλά αυτός ο ατομικιστής αναρχικός είναι κι ένας ποιητής, ένας καλλιτέχνης, ένας φιλόσοφος με έξοχο λόγο που μεταφέρει μια βαθιά σκέψη και εξαίρετες εικόνες...
Εμίλ Αρμάντ
Από το βιβλίο "Renzo Novatore, Ο Ιππότης του Μηδενός. Επιλεγμένα κείμενα 1917-1922, Εκδόσεις ΔΙΑΔΟΣΗ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου