Ο τίτλος μπορεί να φανεί στον άπειρο αναγνώστη οξύμωρος. Είναι ενδιαφέρον πως πολλοί από εμάς που θεωρούμε τους εαυτούς μας κομμάτι της Αναρχίας, θεωρούμε επίσης οξύμωρο να μιλάμε για τον "αναρχικό ιλλεγκαλισμό" ωστόσο αυτός ο συγκεκριμένος όρος έχει νόημα αν και μόνο αν υφίστανται δυο ανταγωνιστικές θέσεις γύρω από την αντίληψη της άμεσης δράσης (η οποία μέχρι στιγμής είναι η μετουσίωση του συνόλου της θεωρίας σε πράξη). Αυτός ο ανταγωνισμός, τόσο ατυχής όσο και αναμφισβήτητος στο εσωτερικό του κινήματός μας, θα είναι η αιτία αυτών των ιδιόρρυθμων "διακρίσεων". Οπότε για να φτάσουμε στην ουσία του ζητήματος, πρέπει να προσδιορίσουμε αυτόν τον ψευδή διαχωρισμό: "λεγκαλιστική αναρχία" εναντίον "αναρχικού ιλλεγκαλισμού".
Οπότε μπορούμε να τον ορίσουμε ως ένα "ψευδή διαχωρισμό" ακριβώς επειδή η αποκαλούμενη "λεγκαλιστική αναρχία" αποτελεί μια ιδιότυπη αντίφαση. Από τη στιγμή που καταφεύγουμε στη νομιμότητα, απαρνούμαστε την Αναρχία. Η Αναρχία ή θα είναι παράνομη ή δεν θα είναι Αναρχία. Αυτή είναι η ουσία της και το νόημά της, η φύση της. Γι' αυτό το λόγο, μερικές φορές είναι τόσο εμφανές πως ξεχνάμε σχολαστικά να δώσουμε έμφαση στον αντι-εξουσιαστικό χαρακτήρα της Αναρχίας και επομένως και στο ότι είναι κατά συνέπεια αντι-συστημική. Γι' αυτό το λόγο, απ' την πρώτη στιγμή που οι αναρχικοί αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας ως τέτοιο, την ίδια ώρα ακριβώς στιγμή τοποθετούμαστε εκτός νόμου.
Όταν ορίζουμε τους εαυτούς μας ως Αναρχικούς, τασσόμαστε ενάντια στην κυριαρχία. Πολεμάμε ενάντια και με στόχο τη συνολική κοινωνική τάξη και το σύνολο των νόμων που τη στηρίζουν. όλοι οι νόμοι έχουν θεσπιστεί και θα συνεχίσουν να θεσπίζονται για να παρέχουν τη δικαστική υποστήριξη στην καταπίεση και την κυριαρχία. Εάν τασσόμαστε ενάντια στο κράτος, οφείλουμε να τασσόμαστε και ενάντια στους νόμους που το υποθάλπουν και δίνουν κάθε δικαίωμα στην ύπαρξή του. Επομένως ως Αναρχικοί είμαστε παράνομοι ακριβώς επειδή είμαστε Αναρχικοί, είναι δηλαδή στη φύση μας. Πρέπει λοιπόν να είμαστε πολύ ξεκάθαροι όσον αφορά τη μεγάλη σύγχυση που υπάρχει, προϊόν του μικροβίου του φιλελευθερισμού που υποβόσκει ξανά αυτούς τους καιρούς. Και για αυτό το λόγο, πρέπει να είναι επίσης πολύ ξεκάθαρο, πως κάθε φορά που χρησιμοποιείται αυτός ο ευφημισμός, όταν θίγεται ο όρος "αναρχικός ιλλεγκαλισμός", αναφέρεται στην "εξεγερσιακή Αναρχία" και στις τακτικές, τις μεθόδους και τη λογική της και αυτό γίνεται με έναν υποτιμητικό τρόπο και με κακές προθέσεις, κουνώντας το δάχτυλο από το βάθρο της υποτιθέμενης "λεγκαλιστικής αναρχίας". Η μπορείτε να πείτε (απ' τη μεριά) της άρνησης της Αναρχίας. Αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή να αποδώσουμε τα μέγιστα στο Camillo Bernen και τον Bob Black που ήταν δημοφιλείς το 1980, με άλλες λέξεις αλλά με λέξεις που αποδίδουν στην ακρίβεια την ουσία της αυθεντικής πρότασης "Αυτοί οι αναρχικοί εχθροί της Αναρχίας".
[...]Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το πως και το γιατί ένας τέτοιος διφορούμενος όρος προέκυψε στο χώρο μας και για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε αυτό το ιδιότυπο ενδιαφέρον που υπάρχει και επιμένει στη χρήση του, θα πρέπει να θέσουμε την αναπόφευκτη ερώτηση: "τι είναι η Αναρχία;" Όπως είχε πει ο Bonanno: "Είναι πάντα απαραίτητο να επιστρέψουμε σ' αυτή την ερώτηση ακόμα κι αν βρισκόμαστε μεταξύ Αναρχικών. Συχνά το να βρισκόμαστε μεταξύ αναρχικών καθιστά την ερώτηση αναπόφευκτη".
Ο Alfredo Bonanno εξηγεί πως η επανάληψη αυτής της ερώτησης οφείλεται στο γεγονός πως η Αναρχία δεν είναι ένας ορισμός που άπαξ και κατακτηθεί, πρέπει να διαφυλαχθεί ζηλότυπα σε κάποιο χρηματοκιβώτιο και να διατηρηθεί ως μια κληρονομιά απ' την οποία θα ανασύρουμε τα επιχειρήματά μας κάθε φορά που τα χρειαζόμαστε. Και έχει δίκιο. Παραδόξως, υπάρχουν εκείνοι που αυτοαποκαλούνται "Αναρχικοί" ενώ επιχειρηματολογούν για το αντίθετο, δηλαδή θεωρούν την αναρχία ως μια ιδεολογία που πρέπει να φυλαχθεί σε ένα χρηματοκιβώτιο - σαν αυτό που ανέφερε ο Bonanno - και να διαφυλαχθεί σαν να πρόκειται για κάποια πίστη.
Αυτοί οι δογματικοί της Αναρχίας αντιλαμβάνονται τα ιδανικά ως μια αδιαμφισβήτητη Βίβλο, που τους παρέχει πληθώρα επιχειρημάτων για κάθε περίσταση που μπορεί να τους παρουσιαστεί και έτσι αποφεύγουν την πραγματικότητα επαναλαμβάνοντας τις ιερές προσευχές τους στο διηνεκές. Το πρωτοφανές κομμάτι (της υπόθεσης) είναι πως αυτή την στρεβλή αντίληψη για την αναρχία (της εξιδανικευμένης για να είμαστε ακριβείς), τη μοιράζονται και οι δυο πλευρές που αναφέραμε, παρά τις αγεφύρωτες διαφορές τους.
Αυτό σημαίνει ότι η Αναρχία αντιμετωπίζεται ως ιδεολογία τόσο από τον "ουσιαστικισμό" που είναι συγγενικός με τον φιλελευθερισμό όσο και από τον ιστορικισμό κατευθείαν απόγονο του Μαρξισμού. Αυτό μας εξηγεί σε ένα βαθμό γιατί κάθε φορά που η Αναρχία απομακρύνεται από την πραγματικότητα των συγκεκριμένων αγώνων είτε ως αποτέλεσμα των περιόδων κάμψης ή των καιρών παλινδρόμησης του πραγματικού κινήματος των καταπιεσμένων, τα παλιά αυτά φαντάσματα επανεμφανίζονται και (η Αναρχία) εκφυλίζεται σε ιδεολογία. Άλλες στιγμές, έχουμε επιμείνει σ' αυτό και δεν πρόκειται να κουραστούμε με το να επαναλαμβάνουμε: η Αναρχία αποκτά τη δική της θεωρία/πρακτική οποιαδήποτε στιγμή, διαρρηγνύοντας κάθετα (κάθε δεσμό με) τις ρίζες της και εδώ είναι που αναπτύσσεται ως τέτοια, αποκαλύπτοντας τον πατροκτόνο χαρακτήρα της. [...]
Όταν γίνεται αναφορά στον "αναρχικό ιλλεγκαλισμό" κατά κανόνα υπονοείται η εξεγερσιακή Αναρχία και μια σειρά αναρχικών στρατηγικών που τέθηκαν σε εφαρμογή κυρίως σε Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ελβετία και Ηνωμένες Πολιτείες τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τις τρεις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα. Αυτή η ιδιαίτερη περίοδος στην ιστορία μας, που στη πραγματικότητα διήρκεσε λίγο ας και οι διακηρύξεις της εξέγερσης και των αποκαλούμενων "αντιποίνων" συνελέχθησαν στο Συνέδριο της Μαδρίτης το 1874 - χωρίς αμφιβολία υπονοείται πως αυτή η περίοδος λειτούργησε καθοριστικά για τη γέννηση αυτού του λάθος διαχωρισμού που προαναφέραμε μεταξύ της "λεγκαλιστικής αναρχίας" και του "αναρχικού ιλλεγκαλισμού."[...]
[...] Η πολεμική ανάμεσα σ' αυτούς που αυτοαποκαλούνται αναρχικοί και υπερασπιζόνταν την απαλλοτρίωση και την προπαγάνδα μέσω της πράξης και που επιδόθηκαν σε μια πλειάδα σημαντικών άμεσων δράσεων (τις ίδιες που υπερασπίστηκαν με συνεπή στάση μέχρι τέλους) και σ' αυτούς που αυτοαποκαλούνταν εξίσου αναρχικοί και καταδίκαζαν (τους προηγούμενους) ως "ανήθικους" και "βίαιους", καθιέρωσε τον όρο "αναρχικός ιλλεγκαλισμός" και το βαθύ χάσμα ανάμεσα στην άμεση δράση και στον τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε, ανάλογα υπό ποιο πρίσμα την εξετάζουμε. Δυστυχώς αυτή η διαμάχη μας ακολουθεί σε όλη μας την ιστορία και έχει γίνει αποδεκτή ή τουλάχιστον έχει αφομοιωθεί ως κάτι "διφορούμενο" που ανάγεται στα πρώτα κιόλας βήματα της Αναρχίας και κατά συνέπεια τη σέρνουμε από πίσω μας ανέκαθεν και για πάντα. Ωστόσο αυτή η σημαντική "αμφισημία" είναι λανθασμένη και έγκειται για ακόμα μια φορά στην επιπόλαιη χρήση μιας φτωχής και οπορτουνιστικής διασκευής ορισμών και στην ενδυνάμωση εκείνων των σχέσεων που αναφέραμε στην αρχή, αυτών των φανταστικών συγγενειών με τις οποίες η αναρχία δεν έχει παρά να εξασφαλίσει τη βίαιη και οριστική απόσχισή της. Αντανακλά (η διαμάχη) τις αντιφάσεις που εγείρονται από μια άλλη λανθασμένη "αμφισημία" που επιδιώκει να διαιωνιστεί μέσα στην Αναρχία, δικαιολογώντας τις καταβολές της στα γενεσιουργά ρεύματα και που οδηγεί στη θέση των "δυο Αναρχισμών". Αυτό (όπως έχουμε πει έντονα άπειρες φορές και έχει υπάρξει απόλυτος κεντρικός μας άξονας), τονίζει πως για εμάς η Αναρχία είναι ένας ζωντανός οργανισμός θεωρίας και πράξης που αναπτύχθηκε από την ανοιχτή σύνδεση σκέψης και δράσης, ενσωματωμένης σε ένα επαναστατικό κίνημα που αντλεί την ιδιαιτερότητά του από το φιλελεύθερο ιδεαλισμό, υπερβαίνοντας τις στενωπούς της μαρξιστικής οικονομικής ανάλυσης μέσω μιας αυθεντικής και σταθερής αμφισβήτησης του κυρίαρχου συστήματος και της διαμόρφωσης των κοινωνικών τάξεων. [...]
Όταν μιλάμε για τον αποκαλούμενο "αναρχικό ιλλεγκαλισμό" το κάνουμε έχοντας υπόψη το τεράστιο μέγεθος αυτής της ασυναρτησίας, αλλά έχοντας επίσης υπόψη πως αυτός ο ευφημισμός αναφέρεται στην εξεγερσιακή αναρχία, οπότε πρέπει να επισφραγίσουμε ξανά την εγκυρότητα και αντικειμενικότητα της προπαγάνδας μέσω της πράξης και των απαλλοτριώσεων, αναγνωρίζοντας ότι αυτές οι τακτικές και πρακτικές που συνάδουν με τις αρχές μας, είναι κατάλληλες σε καιρούς οπισθοδρόμησης και υποχωρητικότητας από το πραγματικό κίνημα των καταπιεσμένων και σε περιόδους παλινδρόμησης, επαναδιάρθρωσης και συσσώρευσης δυνάμεων. Αλλά ακριβώς γι' αυτό το λόγο, η δράση μας δεν πρέπει να περιορίζεται σε μια αυτοαναφορική δράση χωρίς ιδανικά ή αξίες που να τα διασφαλίζουν (τα ιδανικά) αλλά να τίθεται σε εφαρμογή ως άμεση συνέπεια αυτών των ιδανικών. Γι' αυτό το λόγο διαφωνούμε με συντρόφους που παρά το ότι κατακρίνουν σθεναρά τη λάθος "νόμιμη" αναρχία και τη φάρσα της φανταστικής οργάνωσης που υποστηρίζεται αποκλειστικά από τη προφορική και γραπτή προπαγάνδα, υποπίπτουν στον τετριμμένο ισχυρισμό πως η αναρχία γενικά και στο σύνολό της έχει υποστεί μια μεταμόρφωση που εγκαταλείπει τις εξεγερσιακές τακτικές και μετατρέπεται σε μια ιδεολογία ξένη προς τους πραγματικούς αγώνες.
Ενώ είναι αλήθεια πως την περίοδο της αποκαλούμενης "αναρχικής μετάβασης" που ακολούθησε την ήττα του ισπανικού αναρχοσυνδικαλισμού, προκύπτει μια ιδεολογία σε πολλούς τομείς της αναρχίας, ένας ιδεολογικός εκφυλισμός που χάνει κάθε επαφή με την πραγματικότητα και καταφεύγει στις αφηρημένες ιδέες πρωτόγονων τάσεων. Είναι επίσης αλήθεια πως το σύνολο του "ελευθεριακού φιλελευθερισμού" εξώθησε σταθερά στην εγκατάλειψη των εξεγερσιακών πρακτικών μετά τη Γαλλική Επανάσταση και στους ιδεολογικούς εκφυλισμούς που μας έχουν κατακλύσει , βάζοντας τα θεμέλια αυτού του ανθρωπιστικού και φιλάνθρωπου φιλελευθερισμού, που εξακολουθεί να κηρύττεται στους ιερούς ναούς της επίσημης αναρχίας. Δε μπορεί όμως να βάζεις στο ίδιο τσουβάλι όσους , συνεχόμενα και ανάλογα με τις περιστάσεις που καθορίζονται απ' την "οπισθοδρόμηση των αγώνων", συνεχίζουν το ένοπλο ενάντια στην κυριαρχία, με τακτικές και μεθόδους που αντιστοιχούν σ' αυτή τη περίοδο κρίσης του κινήματος και της διάσπασης ή της οπισθοδρόμησης του αγώνα. [...]
Μη αποδεχόμενοι τον ρεφορισμό, τη μεταρρυθμιστική διαδικασία ούτε τη στάση θεατή της "νόμιμης Αναρχίας", θέτουμε στους εαυτούς μας το δίλημμα: ή στεκόμαστε ε το όπλο παρά πόδας περιμένοντας τις α"αντικειμενικές και υποκειμενικές" συνθήκες να ωριμάσουν ή αρθρώνουμε κι ωθούμε άλλες επαναστατικές ενέργειες που μας κρατούν ζωντανούς στον πόλεμο και χωρίς να δώσουμε στον εχθρό, ούτε ένα μόνο δευτερόλεπτο ειρήνης στην κυριαρχία.
Θεωρούμε πως το να μπορούμε να αναγνωρίζουμε τις τακτικές και μεθόδους που αντιστοιχούν σε κάθε περίοδο του αγώνα, είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη μιας ενωτικής κριτικής. Είμαστε πεπεισμένοι πως όσο δε διαχέουμε την επαναστατική συνείδηση, θα αποτυγχάνουμε στην ανοικοδόμηση ενός πραγματικού κινήματος καταπιεσμένων και πως όσο κάτι τέτοιο δεν υλοποιείται, δε μπορούμε να επεκτείνουμε τον αγώνα και να φτάσουμε στη γενικευμένη εξέγερση. Εκείνες (οι τακτικές και οι μέθοδοι) με τα απαραίτητα στοιχεία, είναι αναγκαίο να διαλύσουν σε κομμάτια αυτόν τον παλιό κόσμο που ζούμε και να πραγματοποιήσουν την απόλυτη καταστροφή του υπάρχοντος συστήματος της κυριαρχίας. Δε θα κάτσουμε όμως να περιμένουμε την υλοποίηση μιας επαναστατικής διαδικασίας, δε θα περιμένουμε την επανάσταση και ούτε μας απασχολεί ιδιαίτερα αν θα γίνει κάποτε ή όχι, επειδή οι γνωστές επαναστάσεις (από τη Γαλλική Επανάσταση ως τις μέρες μας) έχουν όλες τους εκφυλιστεί σε ρεφορμιστικές, εξουσιαστικές και δικτατορικές, εξέλιξη που έχει βοηθήσει μόνο στην ενδυνάμωση του κράτους. Ο αγώνας μας είναι και πάντα θα είναι για την Απόλυτη Ελευθερία, για την Αναρχία. Δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα λιγότερο .
Απόσπασμα από την ομιλία του Gustavo Rodriqeuz στο κατειλημμένο κοινωνικό κέντρο La Casa Naranja στη Tlalnepantla στην πόλη του Μεξικό.
Κυριακή, 3 Ιουλίου 2011.
Τα κείμενα μεταφράστηκαν στα ελληνικά από τα φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς και επιμελήθηκαν από συντρόφους.
Εκδόσεις Μαύρη Διεθνής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου