Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Η "απολογία" του αναρχικού Emile Henry (1872-1894)


 Δεν είναι απολογία αυτό που σας παρουσιάζω. Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθώ να ξεφύγω από τα αντίποινα της κοινωνίας στην οποία επιτέθηκα. Εξάλλου, αναγνωρίζω μόνο έναν κριτή -τον εαυτό μου- και η ετυμηγορία οποιουδήποτε άλλου δεν έχει καμία σημασία για μένα. Θέλω απλώς να σας δώσω μια εξήγηση για τις πράξεις μου και να σας πω πώς οδηγήθηκα στην εκτέλεσή τους.

Έχω υπάρξει αναρχικός μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Ήταν μόλις πρόσφατα, στα μέσα του 1891, που προσχώρησα στο επαναστατικό κίνημα. Μέχρι τότε ζούσα σε κύκλους εξ' ολοκλήρου διαποτισμένους από την τρέχουσα ηθική. Είχα συνηθίσει να σέβομαι, ακόμα και να αγαπώ τις αρχές της πατρίδας και της οικογένειας, της εξουσίας και της ιδιοκτησίας.

Όμως, οι δάσκαλοι αυτής της γενιάς πολύ συχνά ξεχνάνε ένα πράγμα: είναι η ίδια η ζωή, με τους αγώνες και τις ήττες της, τις αδικίες και τις κακοτοπιές της, που αναλαμβάνει αδιάκριτα ν' ανοίξει τα μάτια του αδαή στην πραγματικότητα. Αυτό μου συνέβη, όπως συμβαίνει στον καθένα. Μου είπαν πως η ζωή είναι εύκολη και προσφέρεται στους έξυπνους και τους δραστήριους· η εμπειρία μου έδειξε πως μόνο οι κυνικοί και οι δουλοπρεπείς είναι ικανοί να εξασφαλίσουν καλές θέσεις στο φαγοπότι. Μου είπαν πως οι κοινωνικοί μας θεσμοί είναι θεμελιωμένοι στη δικαιοσύνη και την ισότητα· γύρω μου δεν είδα τίποτα άλλο παρά ψευτιά και απάτη.

Κάθε μέρα γκρέμιζα και μια ψευδαίσθηση. Όπου πήγαινα, διαπίστωνα τις ίδιες μιζέριες σε μερικούς και τις ίδιες χαρές σε άλλους. Δεν άργησα να καταλάβω ότι τα μεγάλα λόγια που είχα μάθει να σέβομαι -τιμή, αφοσοίωση, καθήκον- ήταν μόνο η μάσκα που έκρυβε την πιο επαίσχυντη ποταπότητα.

Ο βιομήχανος ο οποίος δημιούργησε κολοσσιαία περιουσία απ' το μόχθο των εργατών που στερούνται τα πάντα, ήταν ένας τίμιος κύριος. Ο βουλευτής και ο υπουργός, με τα χέρια τους πάντα ανοιχτά στις δωροδοκίες, ήταν αφοσιωμένοι στο κοινό καλό. Ο αξιωματικός που δοκίμασε ένα νέο τύπο όπλου πάνω σε εφτάχρονα παιδιά, έκανε το καθήκον του και, μπροστά στο κοινοβούλιο, ο πρωθυπουργός του έδωσε συγχαρητήρια! Κάθε τι που έβλεπα με εξέγειρε και το μυαλό μου στράφηκε προς την κριτική της υπάρχουσας κοινωνικής οργάνωσης. Τέτοιες κριτικές έχουν γίνει πολλές φορές, για να τις επαναλάβω. Αρκεί να πω πως έγινα εχθρός μιας κοινωνίας που έκρινα ότι είναι εγκληματική.

Προσελκύστηκα αρχικά από το σοσιαλισμό, όμως δεν άργησα να διαχωρίσω τον εαυτό μου από το κόμμα. Αγαπώ πολύ την ελευθερία, σέβομαι πολύ την ανθρώπινη πρωτοβουλία, αποστρέφομαι τη στρατιωτική οργάνωση, για να παραστήσω έναν αριθμό στον διατεταγμένο στρατό της νέας εξουσίας. Εκτός αυτού, συνειδητοποίησα ότι κατά βάση ο σοσιαλισμός δεν αλλάζει τίποτα στην υπάρχουσα τάξη. Διατηρεί την αρχή της εξουσίας και -ό,τι κι αν μπορεί να λένε γι' αυτό οι δήθεν ελεύθερα σκεπτόμενοι- η συγκεκριμένη αρχή δεν είναι παρά η απαρχαιωμένη επιβίωση της πίστης σε μια ανώτερη δύναμη.

Οι επιστημονικές σπουδές με έκαναν σταδιακά να αντιληφθώ το παιχνίδι των φυσικών δυνάμεων στο σύμπαν. Έγινα υλιστής και άθεος. Συνειδητοποίησα ότι η σύγχρονη επιστήμη απορρίπτει την υπόθεση του θεού, την οποία δεν έχει ανάγκη. Με τον ίδιο τρόπο η θρησκευτική και η εξουσιαστική ηθική, οι οποίες βασίζονται σε λαθεμένα αξιώματα, οφείλουν να εξαφανιστούν. Τότε, αναρωτήθηκα ποιά είναι η νέα ηθική, σε αρμονία με τους νόμους της φύσης, που θα μπορούσε να αναπλάσει τον παλιό κόσμο και να γεννήσει μια ευτυχισμένη ανθρωπότητα;

Εκείνη τη στιγμή, ήρθα σ' επαφή με μια ομάδα αναρχικών συντρόφων τους οποίους συγκαταλέγω, ακόμα και σήμερα, ανάμεσα στους καλύτερους που έχω γνωρίσει. Ο χαρακτήρας αυτών των ανθρώπων με αιχμαλώτισε αμέσως. Διέκρινα σ' αυτούς μεγάλη ειλικρίνεια, απόλυτη ευθύτητα, ερευνητική δυσπιστία απέναντι σε όλες τις προκαταλήψεις, και ήθελα να καταλάβω την ιδέα που διαμόρφωνε ανθρώπους τόσο διαφορετικούς απ' οποιουσδήποτε άλλους είχα συναντήσει μέχρι τότε.

Η ιδέα -μόλις την ασπάστηκα- βρήκε στο μυαλό μου ένα έδαφος πανέτοιμο να τη δεχτεί, λόγω της παρατήρησης και του προσωπικού στοχασμού. Απλώς, συγκεκριμενοποίησε αυτό που ήδη υπήρχε μέσα μου σε αόριστη και αβέβαιη μορφή. Με τη σειρά μου έγινα αναρχικός.

Δεν χρειάζεται, επ' ευκαιρία, να αναπτύξω όλη τη θεωρία του αναρχισμού, θέλω μόνο να τονίσω την επαναστατική του πλευρά, την καταστροφική και αρνητική πλευρά που με οδηγεί εδώ, μπροστά σας.

Σ' αυτή τη στιγμή του οδυνηρού αγώνα ανάμεσα στη μεσοαστική τάξη και τους εχθρούς της, μπαίνω στον πειρασμό να επαναλάβω τα λόγια του Souvarine στο Germinal: "Όλες οι συζητήσεις σχετικά με το μέλλον είναι εγκληματικές, αφού δεν παρεμποδίζουν τίποτε άλλο εκτός από την καταστροφή και επιβραδύνουν την πορεία της επανάστασης..."

Έφερα μαζί μου στον αγώνα ένα βαθύ μίσος το οποίο κάθε μέρα ανανεωνόταν απ' το θέαμα αυτής της κοινωνίας όπου όλα είναι ευτελή, όλα είναι προβληματικά, όλα είναι άσχημα, όπου όλα εμποδίζουν την έκφραση των ανθρώπινων παθών, τις γενναιόδωρες παρορμήσεις της καρδιάς, τα ελεύθερα ταξίδια της σκέψης.

Ήθελα να χτυπήσω όσο πιο δυνατά και όσο πιο ακριβοδίκαια μπορούσα. Ας αρχίσουμε λοιπόν απ' την πρώτη απόπειρα που έκανα, την έκρηξη στην Rue des Bons Enfants. Είχα παρακολουθήσει από κοντά τα γεγονότα στο Carmaux. Τα πρώτα νέα για την απεργία με είχαν γεμίσει χαρά. Οι ανθρακωρύχοι έδειχναν, επιτέλους, να εγκαταλείπουν εκείνες τις μάταιες ειρηνικές απεργίες, στις οποίες ο γεμάτος εμπιστοσύνη εργάτης περιμένει υπομονετικά τα λιγοστά του φράγκα να θριαμβεύσουν πάνω στα εκατομμύρια της εταιρείας. Έδειχναν να παίρνουν το δρόμο της βίας, πράγμα που εκδηλώθηκε αποφασιστικά στις 15 Αυγούστου του 1892. Στα γραφεία και τις εγκαταστάσεις του ορυχείου εισέβαλε ένα πλήθος ανθρώπων που είχαν κουραστεί να υποφέρουν, χωρίς αντίποινα· η δικαιοσύνη ήταν έτοιμη να αποδοθεί, οι εργάτες ήταν έτοιμοι να επιτεθούν σ' έναν μηχανικό τον οποίο μισούσαν βαθιά, όταν επενέβησαν μερικοί τρομαγμένοι.

Ποιοί ήταν αυτοί οι άντρες; Οι ίδιοι που προκαλούν την αποτυχία όλων των επαναστατικών κινημάτων, γιατί φοβούνται πως οι άνθρωποι, μόλις δράσουν ελεύθερα, δεν θα υπακούουν πια σε αυτούς· αυτοί που έπεισαν χιλιάδες ανθρώπους να υπομείνουν τις στερήσεις μήνα με το μήνα, με σκοπό να εκμεταλλευτούν τη δυστυχία τους και να αποκτήσουν τη δημοτικότητα που θα τους έβαζε σε γραφεία· τέτοιοι άντρες -κι εννοώ τους σοσιαλιστές ηγέτες- ανέλαβαν την ηγεσία του απεργιακού κινήματος.

Αμέσως εμφανίστηκε στην περιοχή ένα κύμα ευφυολόγων κυρίων· έθεσαν εξ' ολοκλήρου τον εαυτό τους στη διάθεση του αγώνα, συγκέντρωσαν εισφορές μελών, οργάνωσαν συνέδρια και έκαναν εκκλήσεις για χρήματα προς κάθε κατεύθυνση. Οι ανθρακωρύχοι παρέδωσαν κάθε πρωτοβουλία στα χέρια τους και αυτό που συνέβη είναι σε όλους γνωστό.

Η απεργία συνεχιζόταν και οι ανθρακωρύχοι βίωναν την πιο στενή εξοικείωση με την πείνα που έγινε ο συνηθισμένος σύντροφός τους· εξάντλησαν τα ελάχιστα αποθέματα του συνδικάτου τους και των άλλων οργανώσεων που τους πρόσφεραν βοήθεια και, μετά την πάροδο δύο μηνών, επέστρεψαν απογοητευμένοι στο ορυχείο, πιο δυστυχισμένοι απ' ότι πριν. Θα ήταν τόσο απλό αν είχαν επιτεθεί απ' την αρχή στο μόνο ευαίσθητο σημείο της εταιρείας, το οικονομικό· αν είχαν κάψει τα αποθέματα του γαιάνθρακα, αν είχαν σπάσει τις μηχανές, αν είχαν καταστρέψει τις αποστραγγιστικές αντλίες.

Τότε σίγουρα, η εταιρεία θα είχε συνθηκολογήσει πολύ γρήγορα. Αλλά οι μεγάλοι ποντίφικες του σοσιαλισμού δεν επιτρέπουν τέτοιες πρακτικές, γιατί είναι αναρχικές πρακτικές. Σε τέτοια παιχνίδια κινδυνεύει κανείς να φυλακιστεί και -ποιός ξέρει;- ίσως τον βρει μια απ' αυτές τις σφαίρες που έπεσαν στο Fourmies. Αυτός δεν είναι τρόπος να κερδίσεις θέσεις σε δημοτικά συμβούλια ή στο νομοθετικό σώμα. Με λίγα λόγια, η τάξη -αφού διαταράχτηκε στιγμιαία- βασίλεψε για άλλη μια φορά στο Carmaux.

Δυνατότερη από ποτέ, η εταιρεία συνέχισε την εκμετάλλευση και οι κύριοι μέτοχοι συγχάρηκαν τους εαυτούς τους για το αίσιο τέλος της απεργίας. Η συγκέντρωση των μερισμάτων τους έγινε πιο ευχάριστη από ποτέ.

Τότε αποφάσισα να διαταράξω αυτό το κονσέρτο των ευτυχισμένων τόνων με μια φωνή που η μπουρζουαζία είχε ήδη ακούσει, αλλά νόμιζε πως είχε πεθάνει μαζί με τον Ravachol: τη φωνή του δυναμίτη.

Ήθελα να δείξω στους μπουρζουάδες πως από εκείνη τη στιγμή και μετά, οι απολαύσεις τους δεν θα έμεναν άθικτες, οι θρασύτατοι θρίαμβοί τους θα διαταράσσονταν, ο χρυσός τους μόσχος θα σειόταν πάνω στο βάθρο του, μέχρι το τελικό χτύπημα να τον σωριάσει στη βρωμιά και το αίμα.

Ταυτόχρονα ήθελα να κάνω τους ανθρακωρύχους να καταλάβουν πως υπάρχει μόνο μια κατηγορία ανθρώπων, οι αναρχικοί, που ειλικρινά εξοργίζονται με τα βάσανά τους και θέλουν να εκδικηθούν γι' αυτά. Τέτοιοι άνθρωποι δεν κάθονται στο κοινοβούλιο, όπως ο κύριος Guesde και οι συνεργάτες του, αλλά βαδίζουν προς τη γκιλοτίνα.

Έτσι έφτιαξα μια βόμβα. Κάποια στιγμή, ήρθε στη μνήμη μου η κατηγορία που είχε εξαπολυθεί εναντίον του Ravachol. Τι γίνεται με τα αθώα θύματα; Έλυσα σύντομα αυτό το πρόβλημα. Το κτίριο στο οποίο η εταιρεία Carmaux είχε τα γραφεία της, κατοικούνταν μόνο από μπουρζουάδες· έτσι δεν θα υπήρχαν αθώα θύματα. Όλη η μπουρζουαζία ζει από την εκμετάλλευση των άτυχων και πρέπει να πληρώνει από κοινού για τα εγκλήματά της. Έτσι, με απόλυτη βεβαιότητα για τη νομιμότητα της πράξης μου, άφησα τη βόμβα στη είσοδο των γραφείων της εταιρείας.

Ήδη εξέθεσα την ελπίδα μου: στην περίπτωση που ο μηχανισμός μου ανακαλυπτόταν πριν από την έκρηξη, θα μεταφερόταν στο αστυνομικό τμήμα, όπου αυτοί που θα βλάπτονταν ήταν επίσης εχθροί μου. Τέτοια ήταν τα κίνητρα που με οδήγησαν στη διάπραξη της πρώτης απόπειρας για την οποία έχω κατηγορηθεί.

Ας συνεχίσουμε με το δεύτερο επεισόδιο στο καφέ Terminus. Είχα επιστρέψει στο Παρίσι τον καιρό της υπόθεσης Vaillant και έγινα μάρτυρας της τρομερής καταστολής που ακολούθησε την έκρηξη στο Palais-Bourbon. Είδα τα δρακόντεια μέτρα που η κυβέρνηση αποφάσισε να πάρει εναντίον των αναρχικών. Παντού υπήρχαν ρουφιάνοι, γίνονταν έρευνες και συλλήψεις. Μεγάλος αριθμός ατόμων συνελήφθησαν αδιακρίτως, αποσπάστηκαν βίαια απ' τις οικογένειές τους και ρίχτηκαν στη φυλακή. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για το τι συνέβη στις γυναίκες και στα παιδιά αυτών των συντρόφων, όσο παρέμεναν στη φυλακή.

Ο αναρχικός δεν θεωρούνταν πλέον άνθρωπος, παρά ένα άγριο θηρίο που έπρεπε να κυνηγηθεί παντού, ενώ ο αστικός τύπος, ευτελής δούλος της εξουσίας, απαιτούσε μετά μανίας την εξόντωσή του.

Την ίδια εποχή, οι ελευθεριακές εφημερίδες και μπροσούρες κατασχέθηκαν και το δικαίωμα της συγκέντρωσης καταργήθηκε. Και το χειρότερο απ' όλα: όταν ήθελαν να βγάλουν ένα σύντροφο απ' τη μέση, ένας χαφιές πήγαινε στο σπίτι του και άφηνε ένα πακέτο λέγοντας πως περιείχε τανίνη· την επόμενη μέρα διεξαγόταν έρευνα, με ένταλμα που είχε την ημερομηνία της προηγούμενης μέρας, ένα κουτί με ύποπτη σκόνη ανακαλυπτόταν, ο σύντροφος οδηγούνταν στο δικαστήριο και καταδικαζόταν σε τρία χρόνια φυλάκιση. Αν θέλετε να μάθετε την αλήθεια γι' αυτά, ρωτήστε τον χαφιέ της συμφοράς που βρήκε το δρόμο του στο σπίτι του συντρόφου Merigeaud!

Αλλά, όλες αυτές οι ενέργειες ήταν αποδεκτές, γιατί χτυπούσαν έναν εχθρό που είχε σπείρει το φόβο και αυτοί που έτρεμαν, ήθελαν τώρα να επιδείξουν θάρρος. Σαν αποκορύφωμα αυτής της σταυροφορίας εναντίον των αιρετικών, ακούσαμε τον υπουργό εσωτερικών, M. Reynal, να δηλώνει στο κοινοβούλιο πως τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση σκόρπισαν τον πανικό στο στρατόπεδο των αναρχικών. Αλλά, αυτά δεν ήταν αρκετά. Ένας άνδρας που δεν είχε σκοτώσει, καταδικάστηκε σε θάνατο. Ήταν απαραίτητο να σταθεί γενναίος μέχρι το τέλος. Έτσι, ένα ωραίο πρωί οδηγήθηκε στη γκιλοτίνα.

Αλλά, κύριοι μπουρζουάδες, υπολογίσατε χωρίς τον ξενοδόχο. Συλλάβατε εκατοντάδες άντρες και γυναίκες, παραβιάσατε ένα σωρό σπίτια, μα έξω από τους τοίχους της φυλακής υπήρχαν ακόμα άνθρωποι άγνωστοι σε σας, που σας παρακολουθούσαν απ' τη σκιά να κυνηγάτε τους αναρχικούς και το μόνο που περίμεναν ήταν η κατάλληλη στιγμή για να κυνηγήσουν με τη σειρά τους τούς κυνηγούς.



Τα λόγια του Reynal ήταν μια πρόκληση για τους αναρχικούς. Δεχτήκαμε την πρόκληση. Η βόμβα στο καφέ Terminus είναι η απάντηση στις καταπατήσεις της ελευθερίας, στις συλλήψεις, στις έρευνες, στους νόμους εναντίον του τύπου, στις μαζικές εκτοπίσεις, στους αποκεφαλισμούς. Αλλά γιατί, θα ρωτήσετε, επιτέθηκα στους ήσυχους θαμώνες του καφέ, που κάθονταν ακούγοντας μουσική και αναμφίβολα, δεν ήταν ούτε δικαστές, ούτε βουλευτές, ούτε γραφειοκράτες; Γιατί; Είναι πολύ απλό. Η μπουρζουαζία δεν έκανε διακρίσεις ανάμεσα στους αναρχικούς. Ο Vaillant από μόνος του πέταξε μια βόμβα, τα εννέα δέκατα των συντρόφων δεν τον γνώριζαν καν. Αλλά, αυτό δεν είχε σημασία· οι διώξεις ήταν μαζικές και οποιοσδήποτε είχε την παραμικρή σχέση με αναρχικούς καταδιώχθηκε. Απ' τη στιγμή που εσείς θεωρείτε υπεύθυνο έναν ολόκληρο κύκλο ανθρώπων για τις πράξεις ενός μόνον και χτυπάτε αδιάκριτα, θα χτυπάμε κι εμείς αδιάκριτα.

Μήπως θα έπρεπε να επιτεθόμαστε μόνο στους βουλευτές που φτιάχνουν νόμους εναντίον μας, στους δικαστές που εφαρμόζουν αυτούς τους νόμους, στην αστυνομία που μας συλλαμβάνει; Δεν συμφωνώ. Αυτοί οι άντρες είναι απλά όργανα. Δεν δρουν για λογαριασμό τους. Οι λειτουργίες τους θεσπίστηκαν από τη μπουρζουαζία για την υπεράσπιση των συμφερόντων της. Δεν είναι περισσότερο ένοχοι απ΄τους υπόλοιπους από εσάς. Αυτοί οι καλοί μπουρζουάδες που δεν κατέχουν αξιώματα, αλλά εισπράττουν μερίσματα και ζουν τεμπέλικα, εκμεταλλευόμενοι το μόχθο των εργατών, πρέπει κι αυτοί να πάρουν το μερίδιό τους απ' τα αντίποινα. Κι όχι μόνο αυτοί, μα και όσοι είναι ικανοποιημένοι με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, όσοι επικροτούν τις ενέργειες της κυβέρνησης και έτσι γίνονται συνένοχοί της, αυτοί οι γραφιάδες που κερδίζουν τριακόσια ή πεντακόσια φράγκα το μήνα και μισούν το λαό πιο σφοδρά κι απ' τους πλούσιους, αυτή η ηλίθια και ξιπασμένη μάζα ανθρώπων, που πάντα πηγαίνουν στο πλευρό των δυνατών -μ' άλλα λόγια, η καθημερινή πελατεία του Terminus και των άλλων θαυμάσιων καφέ!

Να γιατί χτύπησα στα τυφλά και δεν διάλεξα τα θύματά μου! Η μπουρζουαζία πρέπει να καταλάβει πως αυτοί που υποφέρουν, επιτέλους κουράστηκαν απ' τα βάσανά τους· δείχνουν τα δόντια τους και θα χτυπούν με αυξανόμενη βιαιότητα, αν εσείς είστε σκληροί μ' αυτούς. Δεν σέβονται καθόλου την ανθρώπινη ζωή, γιατί οι ίδιοι οι μπουρζουάδες έδειξαν πως αδιαφορούν γι' αυτήν. Δεν αρμόζει σε αυτούς τους δολοφόνους που ευθύνονται για τη ματωμένη εβδομάδα και για το Fourmies να θεωρούν τους άλλους σαν δολοφόνους.

Δεν θα λυπηθούμε τις γυναίκες και τα παιδιά των μπουρζουάδων, γιατί κανείς δε λυπήθηκε τις γυναίκες και τα παιδιά αυτών που αγαπάμε. Μήπως δεν πρέπει να λογαριάσουμε ανάμεσα στα αθώα θύματα εκείνα τα παιδιά που αργοπεθαίνουν από αναιμία στις φτωχογειτονιές, επειδή το ψωμί είναι σπάνιο στα σπίτια τους; Εκείνες τις γυναίκες που χλωμιάζουν μέσα στα εργαστήριά σας, δουλεύοντας για να κερδίσουν σαράντα δεκάρες την ημέρα και είναι τυχερές αν η φτώχεια δεν τις σπρώξει στην πορνεία; Εκείνους τους γέρους που τους μετατρέψατε σε παραγωγικές μηχανές για όλη τους τη ζωή και τους ρίχνετε στα σκουπίδια ή στα φτωχοκομεία, όταν χάσουν πια τη δύναμή τους;

Τουλάχιστον, να έχετε το θάρρος των εγκλημάτων σας, κύριοι μπουρζουάδες, και να παραδεχτείτε πως τα αντίποινά μας είναι απόλυτα νόμιμα.

Φυσικά δεν έχω ψευδαισθήσεις. Ξέρω ότι οι πράξεις μου δεν είναι ακόμα κατανοητές από τις μάζες που είναι απροετοίμαστες για κάτι τέτοιο. Ακόμα κι ανάμεσα στους εργάτες, για τους οποίους αγωνίστηκα, θα υπάρξουν πολλοί, παραπλανημένοι από τις εφημερίδες σας, που θα με θεωρήσουν εχθρό τους. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Δεν με ενδιαφέρει η κρίση κανενός. Ούτε αγνοώ το γεγονός ότι υπάρχουν άτομα που ισχυρίζονται πως είναι αναρχικοί και σπεύδουν να αρνηθούν κάθε αλληλεγγύη στους προπαγανδιστές της δράσης. Αυτοί επιδιώκουν να επιβάλουν μια λεπτή διάκριση ανάμεσα στους θεωρητικούς και στους τρομοκράτες. Πολύ δειλοί για να διακινδυνεύσουν τις ζωές τους, απορρίπτουν όσους το κάνουν. Αλλά η επιρροή που ισχυρίζονται ότι ασκούν στο επαναστατικό κίνημα είναι μηδαμινή. Σήμερα, το πεδίο είναι ανοιχτό στη δράση, χωρίς αδυναμίες και υπαναχωρήσεις.

Ο Alexander Herzen, ο Ρώσος επαναστάτης, είπε κάποτε: "Απ' αυτά τα δύο, ένα πρέπει να επιλέξουμε: είτε να καταδικάσουμε και να βαδίσουμε μπροστά, είτε να συγχωρήσουμε και να γυρίσουμε πίσω στα μισά του δρόμου". Δεν σκοπεύουμε ούτε να συγχωρήσουμε, ούτε να γυρίσουμε πίσω και θα πρέπει πάντα να προχωρούμε μπροστά μέχρι η επανάσταση, που είναι ο σκοπός των προσπαθειών μας, να επιστεγάσει το έργο μας, με τη δημιουργία ενός ελεύθερου κόσμου.

Σ' αυτόν τον ανελέητο πόλεμο που κηρύξαμε στη μπουρζουαζία, δεν ζητάμε έλεος. Δώσαμε το θάνατο και ξέρουμε να τον υπομένουμε. Έτσι, περιμένω με αδιαφορία την ετυμηγορία σας. Ξέρω πως το κεφάλι μου δεν θα είναι το τελευταίο που θα κόψετε· θα πέσουν κι άλλα, αφού οι πεινασμένοι άρχισαν να μαθαίνουν το δρόμο προς τα μεγάλα καφέ και εστιατόριά σας, το Terminus και το Foyot. Θα προσθέσετε κι άλλα ονόματα στη ματωμένη λίστα των νεκρών μας.

Κρεμάσατε ανθρώπους στο Σικάγο, αποκεφαλίσατε άλλους στη Γερμανία, στραγγαλίσατε στη Ζερέζ, πυροβολήσατε στη Βαρκελώνη, καρατομήσατε στο Μονμπριζόν και το Παρίσι, εκείνο όμως που ποτέ δεν θα καταστρέψετε είναι η Αναρχία. Οι ρίζες της είναι πολύ βαθιές. Γεννιέται μέσα στην καρδιά μιας κοινωνίας που σαπίζει και καταρρέει. Είναι μια βίαιη αντίδραση ενάντια στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Αντιπροσωπεύει όλες τις βλέψεις για ισότητα και ελευθερία, που εναντιώνονται στην εξουσία. Είναι παντού και είναι αδύνατον να τη συγκρατήσετε. Στο τέλος θα σας σκοτώσει.

EMILE HENRY

Πηγή: Gazette des Tribunanx, 27-28 Απρίλη 1894

Μετάφραση: Βερόη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου