Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Μια αγκαλιά από όνειρα ~ Αντώνης Μιζαντζίδης


Τα βράδια έχεις μια παράξενη συνήθεια. Γίνεσαι αέρας, ή συναίσθημα. Συναίσθημα… Συναίσθημα από αυτά που σε αρπάζουν από το χέρι Δίχως να σε ρωτήσουν Και σε ταξιδεύουν. Σε πάνε σε μέρη όπου ο πόνος είναι φίλος, Η χαρά και η μελαγχολία παίζουν πιασμένες από το χέρι. Και μετά, Γίνεσαι αναμνήσεις. Αναμνήσεις που δεν έχουν όρια Μόνο χαμόγελα και δάκρυα. Οι ώρες κυλούν κι η μορφή σου αλλάζει πάλι. Γίνεσαι σκληρή… Έχεις το άρωμα ανθισμένης προσμονής Και φέρνεις λησμονιά. Βαραίνεις το νου με όμορφες στιγμές Και μετά τις κλέβεις Και μου αφήνεις ένα κενό, Που κανένα όνειρο δεν μπορεί να γεμίσει. Μ” αφήνεις να θυμάμαι το πόσο μόνος είμαι. Κι ίσως να είναι αυτό που δεν μπορώ να σου συγχωρήσω. Πως κάποτε, μ” έκανες να μην βλέπω την πικρή εικόνα της μοναξιάς. Κι αυτό που πονάει, Είναι πως μ” άφησες να παλεύω μονάχος μ” αυτό που μου χάρισες. Κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω Γιατί πότε γίνεσαι αεράκι, πότε συναισθήματα και πότε αναμνήσεις. Αλλά, μόλις περάσει λίγο η ώρα Και η ηρεμία έρθει και γδύσει την ψυχή μου, Γίνομαι κι εγώ αέρας, ή συναίσθημα. Και πετάω σε κάτι κόσμους… Κάτι κόσμους περίεργους ή παράξενους θα τους έλεγε κανείς. Είναι μέρη που τα έχω φτιάξει με κόπο Κι έχω βάλει τα πιο όμορφα μου χρώματα. Μα έχω μια γωνίτσα πιο δική μου από τις άλλες Που την έχω βάψει μαύρο, με βαθύ γαλάζιο και βαθύ μοβ. Κάθομαι εκεί και ξεχνιέμαι με τις ελπίδες που μετράνε τ” αστέρια. Κι από εκεί πέρα, κλέβω λίγο λίγο το υλικό του κόσμου μου. Κλέβω κομματάκια του και τα φέρνω στον κόσμο αυτό, Να χαρίσω ένα κομματάκι από το υλικό με το οποίο φτιάχνονται τα όνειρα Σε κάποιον το έχει πιο πολύ ανάγκη. Κι αυτοί μου λένε ευχαριστώ… Πόσο ανήξεροι είναι… Πόσο αθώοι γίνονται… Θα θυσίαζαν ότι πιο σημαντικό έχουν για ένα ξερό όνειρο, Εκτός από τον χρόνο τους ίσως, για να φτιάξουν ένα δικό τους… Γιατί γίνεσαι μελαγχολία; Γιατί γίνεσαι απουσία, χαμόγελο, λησμονιά, αγάπη..; Γιατί δεν αποκτάς μορφή, να σε νιώσω δίπλα μου και να σ” αγγίξω..; Να χαϊδέψω τα μαλλιά σου, να σε δω να κλείνεις τα μάτια σου Κι ίσως να χαμογελάς. Να σε δω να χαμογελάς για εμένα… Να μου δώσεις αυτό το δώρο κι εγώ να σου χαρίσω μια αγκαλιά από όνειρα… Μα στο τέλος, ότι και να γίνει, Βρίσκομαι πάλι μόνος σ” ένα άδειο δωμάτιο Να χαζεύω κάποια εικόνα του εαυτού μου Και να ζυγίζω καταστάσεις. Και στο τέλος, Πάλι να σου θυμώνω… Γιατί, Μ” έκανες κάποτε να μην αισθάνομαι μοναξιά Και μ” άφησες μόνο μου να το θυμάμαι…

Διαβάστε περισσότερα στο: www.ithaque.gr
Τα βράδια έχεις μια παράξενη συνήθεια.
Γίνεσαι αέρας ή συναίσθημα. 
Συναίσθημα…
Συναίσθημα από αυτά που σε αρπάζουν από το χέρι 
Δίχως να σε ρωτήσουν. 
Και σε ταξιδεύουν. 
Σε πάνε σε μέρη όπου ο πόνος είναι φίλος, 
Η χαρά και η μελαγχολία παίζουν πιασμένες από το χέρι. 
Και μετά 
Γίνεσαι αναμνήσεις. 
Αναμνήσεις που δεν έχουν όρια. 
Μόνο χαμόγελα και δάκρυα. 
Οι ώρες κυλούν κι η μορφή σου αλλάζει πάλι. 
Γίνεσαι σκληρή… 
Έχεις το άρωμα ανθισμένης προσμονής 
Και φέρνεις λησμονιά. 
Βαραίνεις το νου με όμορφες στιγμές. 
Και μετά τις κλέβεις. 
Και μου αφήνεις ένα κενό. 
Που κανένα όνειρο δεν μπορεί να γεμίσει. 
Μ’ αφήνεις να θυμάμαι το πόσο μόνος είμαι. 
Κι ίσως να είναι αυτό που δεν μπορώ να σου συγχωρήσω. 
Πως κάποτε, μ’ έκανες να μην βλέπω την πικρή εικόνα της μοναξιάς. 
Κι αυτό που πονάει, 
Είναι πως μ’ άφησες να παλεύω μονάχος μ’ αυτό που μου χάρισες. 
Κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω 
Γιατί πότε γίνεσαι αεράκι, πότε συναισθήματα και πότε αναμνήσεις. 
Αλλά, μόλις περάσει λίγο η ώρα 
Και η ηρεμία έρθει και γδύσει την ψυχή μου, 
Γίνομαι κι εγώ αέρας, ή συναίσθημα. 
Και πετάω σε κάτι κόσμους… 
Κάτι κόσμους περίεργους ή παράξενους θα τους έλεγε κανείς. 
Είναι μέρη που τα έχω φτιάξει με κόπο 
Κι έχω βάλει τα πιο όμορφα μου χρώματα. 
Μα έχω μια γωνίτσα πιο δική μου από τις άλλες 
Που την έχω βάψει μαύρο, με βαθύ γαλάζιο και βαθύ μωβ 
Κάθομαι εκεί και ξεχνιέμαι με τις ελπίδες που μετράνε τ’αστέρια. 
Κι από εκεί πέρα, κλέβω λίγο λίγο το υλικό του κόσμου μου. 
Κλέβω κομματάκια του και τα φέρνω στον κόσμο αυτό. 
Να χαρίσω ένα κομματάκι από το υλικό με το οποίο φτιάχνονται τα όνειρα 
Σε κάποιον το έχει πιο πολύ ανάγκη. 
Κι αυτοί μου λένε ευχαριστώ… 
Πόσο ανήξεροι είναι… 
Πόσο αθώοι γίνονται… 
Θα θυσίαζαν ότι πιο σημαντικό έχουν για ένα ξερό όνειρο. 
Εκτός από τον χρόνο τους ίσως, για να φτιάξουν ένα δικό τους… 
Γιατί γίνεσαι μελαγχολία; 
Γιατί γίνεσαι απουσία, χαμόγελο, λησμονιά, αγάπη..; 
Γιατί δεν αποκτάς μορφή, να σε νιώσω δίπλα μου και να σ’αγγίξω..; 
Να χαϊδέψω τα μαλλιά σου, να σε δω να κλείνεις τα μάτια σου. 
Κι ίσως να χαμογελάς. 
Να σε δω να χαμογελάς για εμένα… 
Να μου δώσεις αυτό το δώρο κι εγώ να σου χαρίσω μια αγκαλιά από όνειρα… 
Μα στο τέλος, ότι και να γίνει 
Βρίσκομαι πάλι μόνος σ’ ένα άδειο δωμάτιο. 
Να χαζεύω κάποια εικόνα του εαυτού μου. 
Και να ζυγίζω καταστάσεις. 
Και στο τέλος 
Πάλι να σου θυμώνω… 
Γιατί μ’ έκανες κάποτε να μην αισθάνομαι μοναξιά 
Και μ’ άφησες μόνο μου να το θυμάμαι…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου