Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Sylvia Plath ~ Δώρο Γενεθλίων



Τι να είναι αυτό πίσω από το πέπλο, είναι άσχημο, είναι ωραίο;
Τρεμοφέγγει, έχει στήθια, έχει αιχμές;

Είμαι σίγουρη πως είναι μοναδικό, είμαι σίγουρη πως είναι ακριβώς αυτό που θέλω.
Όταν μαγειρεύω σιωπηλά, το νιώθω να με κοιτάζει, το νιώθω να σκέφτεται.

"Να` ναι αυτή για την οποία πρέπει να παρουσιαστώ,
Είναι άραγε αυτή η εκλεκτή, αυτή με τις μελανές κόγχες και την ουλή;
Ζυγίζει το αλεύρι, πετάει το περίσσευμα
Υπόκειται σε νόμους , σε νόμους , σε νόμους.
Να` ναι για αυτήν ο ευαγγελισμός;
Θεέ μου, τι αστείο."

Όμως λαμπυρίζει ,δε σταματά και νομίζω πως με θέλει.
Δεν θα με πείραζε αν ήταν κόκαλα, ή ένα μαργαριταρένιο κουμπί.

Έτσι κι αλλιώς δεν θέλω κανένα σπουδαίο δώρο φέτος.
Αφού είμαι ζωντανή από ατύχημα.

Θα είχα μετά χαράς σκοτωθεί τότε, με οποιοδήποτε τρόπο.
Τώρα υπάρχουν αυτά τα πέπλα που θροΐζουν σαν κουρτίνες,
Τα διαφανή σατέν ενός Γεναριάτικου παράθυρου
Λευκά σαν στρωσίδια μωρού και λάμποντας με νεκρική ανάσα.
Ω φίλντισι!

Πρέπει να υπάρχει ένα ελεφαντόδοντο εκεί, μια στοιχειωμένη στήλη.
Μα δεν καταλαβαίνεις πως δεν με νοιάζει τι είναι;

Πως μπορείς να μη μου το δώσεις;
Μη ντρέπεσαι. Δε με νοιάζει αν είναι μικρό.

Μην είσαι τσιγκούνης. Είμαι έτοιμη για τη μεγαλοσύνη.
Ας καθίσουμε δίπλα του καθένας από μια μεριά, θαυμάζοντας τη λάμψη,
Το στραφτοκόπημα , την κατοπτρική του ποικιλία
Ας φάμε πάνω του το τελευταίο δείπνο μας, σαν σε πιάτο νοσοκομείου.

Ξέρω γιατί δε θες να μου το δώσεις,
Είσαι τρομοκρατημένος
Πως ο κόσμος θα εκραγεί με μια κραυγή και μαζί και το κεφάλι σου,
Σμιλεμένο, μπρούτζινο, ένα αρχαίο έμβλημα,
Ένα θαύμα για τα δισέγγονά σου.
Μη φοβάσαι, δεν είναι έτσι..

Εγώ μόνο θα το πάρω και θα πάω ήσυχα σε μια γωνιά.
Δεν θα μ` ακούσεις καν να το ανοίγω, ούτε τρίξιμο χαρτιού,
Ούτε κορδέλες να πέφτουν, ούτε κραυγή στο τέλος.
Δε νομίζω πως μου αναγνωρίζεις τέτοια διακριτικότητα.

Αν ήξερες πως αυτά τα πέπλα δολοφονούσαν τις μέρες μου.
Για σένα είναι απλά διαφάνειες, καθαρός αέρας.
Αλλά θεέ μου ,τα σύννεφα είναι σα βαμβάκι.
Στρατιές ολόκληρες. Είναι μονοξείδιο του άνθρακα..

Γλυκά, γλυκά τα εισπνέω.
Γεμίζοντας τις φλέβες μου με αόρατα, με ένα εκατομμύριο
Πιθανά μόρια σκόνης που απαριθμούν τα χρόνια της ζωής μου.
Είσαι ασημοντυμένος για την περίσταση. Ω ,προσθετική μηχανή.

Είναι λοιπόν αδύνατο για σένα ν` αφήσεις κάτι να φύγει και να το αφήσεις ολόκληρο;
Πρέπει να σφραγίζεις κάθε κομμάτι βιολετί;

Πρέπει να σκοτώνεις ότι μπορείς;
Υπάρχει μόνο ένα πράγμα που θέλω σήμερα και μόνο εσύ μπορείς να μου το δώσεις.
Στέκεται στο παράθυρό μου,
μεγάλο σαν τον ουρανό.
Αναπνέει από τα σεντόνια μου, τον ψυχρό νεκρό πυρήνα.
Όπου σπαταλημένες ζωές παγώνουν κι ακινητούν στην ιστορία
Μην τ’ αφήσεις να έρθει με το Ταχυδρομείο χέρι με χέρι.
Μην τ` αφήσεις να έρθει από στόμα σε στόμα, θα είμαι εξήντα
Μέχρι να παραληφθεί ολόκληρο και πολύ νωθρή για να το χρησιμοποιήσω.

Μόνο ξεκρέμασε το πέπλο, το πέπλο, το πέπλο.
Αν ήταν θάνατος
Θα θαύμαζα τη βαθιά του σπουδαιότητα, τ` άχρονα μάτια του

Θα ήξερα ότι το εννοούσες.

Θα υπήρχε μια ανωτερότητα τότε, μια γενέθλιος ημέρα
Και το μαχαίρι δε θα σμίλευε, αλλά θα εισχωρούσε
Αγνό και καθαρό σαν κλάμα μωρού.
Και το σύμπαν θα γλιστρούσε από το πλάι μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου