Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι


Μαντρωμένος μες στο γήινο κοπάδι
Σέρνω τον καθημερινό ζυγό μου
Καβάλα
Πάνω στο μυαλό μου
"Ο Νόμος" έχει θρονιαστεί
Μια αλυσίδα κυκλώνει την καρδιά μου
" Η Θρησκεία "...

Πέρασε πια η μισή ζωή, αδύνατο να το αποφύγεις
Παντού οι φανοστάτες σε κατασκοπεύουν μ αναρίθμητα μάτια
Είμαι φυλακισμένος
Δε μπορεί τίποτα να μ' απελευθερώσει
Η γη η καταραμένη με κρατάει στα σίδερα της
Όλους σας να σας λούσει ο έρωτάς μου θα 'φτανε
Όμως τα σπίτια περιφράζουν τον ωκεανό του...

Φωνάζω
Μα δεν είναι
Παρά μονάχα των κλειδιών ο θόρυβος
Ο μορφασμός του δεσμοφύλακα
Μου πετάει
Στην αιχμή μιας ακτίνας
Ένα κομμάτι σάπιο κρέας...

Καγχάζουν 
Κι εγώ πλανιέμαι
Μέσα στο παραλήρημα, μέσα στον πυρετό
Η γη, μια σιδερένια σφαίρα καταδίκου
Βροντοχτυπάει
Στο πόδι μου αλυσοδεμένη...

Clown - Λευκά κελιά

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Όρστ Φαντατσίνι ~ Τώρα Πια... Είναι Αργά

“Μην εμπιστεύεσαι ποτέ τους επαγγελματίες διανοούμενους,
υφαίνουν ιστούς που βαραίνουν σαν αλυσίδες
στα όνειρα των ελεύθερων ανθρώπων.”

Στο βιβλίο αυτό, ο Όρστ Φαντατσίνι ο αναρχικός ληστής που πέθανε στις ιταλικές φυλακές τα χριστούγεννα του 2001 στα 62 του χρόνια, διηγείται μια απόπειρα απόδρασης που έκανε τον Ιούλη του 1973. Παράλληλα δεν χάνει την ευκαιρία με εύγλωτο όσο και σεμνό τρόπο να αποτυπώσει και τις σκέψεις του σχετικά με τις φυλακές ως θεμέλιο του αστικού κράτους. Η ζωή του Φαντατσίνι σημαδεύτηκε από την συνεχή αναζήτηση της ελευθερίας, μιας ελευθερίας χωρίς όρους και εκπτώσεις όπως την εννοούσε ο ίδιος σαν αναρχικός και που του στερήθηκε ακόμα και στην πιο στοιχειώδη μορφή της για 32 χρόνια.

Ο Όρστ μπήκε πρώτη φορά στην φυλακή το 1968 (στην Γαλλία μέχρι το ’72 όπου και εκδόθηκε στην Ιταλία) και έκτοτε οι μοναδικές στιγμές ελευθερίας ήρθαν μέσα από τις αποδράσεις του.

Ο “ευγενικός” ληστής, όπως τον αποκαλούσε ο αστικός τύπος από τα πρώτα χρόνια της δράσης του, πέρασε στα κάτεργα 32 ολόκληρα χρόνια με την ποινή να λήγει το σωτήριο έτος 2024...

Ο ίδιος όταν τον ρώταγαν για την δράση του, που τον οδήγησε στις φυλακές ορμώμενος από τον Μπρέχτ, ήταν ξεκάθαρος “Είναι πιο εγκληματικό να φτιάχνεις τράπεζες από το να τις ληστεύεις.”

“...Το ’89 πήρα την πρώτη άδεια. Τότε η ποινή μου έληγε το 2010... Το ’89 είχα εκτίσει ήδη 21 χρόνια και είχα άλλα τόσα μπροστά μου. Πήρα την πρώτη μου άδεια λοιπόν, γύρισα κανονικά, πήρα και την δεύτερη ξαναγύρισα, και τα πράγματα είχαν πάρει ας πούμε τον δρόμο τους, είχα ζητήσει δουλειά όπως προέβλεπε το άρθρο 21, το λεγόμενο καθεστώς ημιελευθερίας... ξέρετε τώρα. Ωστόσο, όταν έβγαινα έξω συναντούσα τους συντρόφους μου από την φυλακή που μας είχαν συνδέσει κοινοί αγώνες, και εκείνο τον καιρό ήταν και αυτοί σε καθεστώς ημιελευθερίας, το πρωί ήταν έξω και δουλεύανε και το βράδυ επιστρέφανε μέσα. Όλα αυτά μου προκαλούσαν θλιβερή εντύπωση και σκεφτόμουν ότι: “εμείς που περάσαμε την ζωή μας αγωνιζόμενοι για την καταστροφή των φυλακών, για να βγούμε απο αυτές, τώρα χτυπάμε το κουδούνι τους για να ξαναμπούμε”. Και πέρασα, πως να το πω, μια κρίση προσωπικότητας και αποφάσισα να μην ξαναμπώ. Όλο αυτό μου φαινόταν αντιφατικό και είπα: “Ότι είναι να γίνει ας γίνει, εγώ δεν μπορώ να μετατραπώ στον δεσμοφύλακα του εαυτού μου. Και δεν ξαναγύρισα...”

Ο Όρστ Φαντατσίνι μετά από μια περίοδο ημιελευθερίας (δούλευε αποθηκάριος και γύρναγε στην φυλακή στις 22:00) συννελήφθη στις 19 Δεκεμβρίου 2001 μαζί με τον Κάρλο Τεσέρι* κοντά στην αγροτική τράπεζα Μαντοβάνα στην Μπολόνια για απόπειρα ληστείας της εν λόγω τράπεζας.
 
Τους συνέλαβαν έχοντας στην κατοχή τους, σύμφωνα με την ανακοίνωση των μπάτσων, δυο χαρτοκόπτες, λαστιχένια γάντια και ένα καλσόν.

Λίγες ώρες αργότερα οι μπάτσοι μπήκαν στα σπίτια τους και κατάσχεσαν ότι υλικό αναρχικής προπαγάνδας βρήκαν μπροστά τους, βιβλία, περιοδικά, μπροσούρες, αυτοκόλλητα καθώς και έναν υπολογιστή και μετρητά.

Οι δυο σύντροφοι από την πρώτη στιγμή της σύλληψης τους αρνήθηκαν να δηλώσουν το οτιδήποτε. Ο Όρστ πέθανε στις 24 Δεκεμβρίου 2001 στις 19:30, ενώ έκανε ντους, σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση των φυλακών.

Η αυτοψία (παρουσία γιατρού της οικογενείας του Όρστ) επιβεβαίωσε την επίσημη εκδοχή περί ανευρύσματος στην κοιλιακή αορτή. Όπως και να ’χει, ένας θάνατος στην φυλακή είναι πάντα μια δολοφονία του κράτους...

Horst Fantazzini ~ Τώρα Πια... Είναι Αργά

Πιοτρ Κροπότκιν ~ Νόμος και Εξουσία

"Όταν η αμάθεια κυριαρχεί στην κοινωνία κι η αταξία στα μυαλά των ανθρώπων, οι νόμοι πολλαπλασιάζονται, η νομοθεσία προσδοκάται να τα κάνει όλα, κι ενώ κάθε καινούργιος νόμος είναι ένα νέο στραβοπάτημα, οι άνθρωποι οδηγούνται συνεχώς στο ν’ απαιτούν απ’ αυτόν ό,τι μπορεί να προκύψει μονάχα από τους ίδιους, από την δική τους εκπαίδευση και την δική της ηθική". Δεν είναι επαναστάτης αυτός που τα λέει αυτά ούτε έστω ένας μεταρρυθμιστής. Είναι ο νομικός Dalloy, συγγραφέας της συλλογής του Γαλλικού δικαίου που είναι γνωστή σαν "Ευρετήριο της Νομοθεσίας". Κι όμως, μολονότι αυτές οι γραμμές γράφτηκαν από ‘ναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν ο ίδιος δημιουργός και θαυμαστής του νόμου, εκφράζουν τέλεια την ανώμαλη κατάσταση της κοινωνίας μας.

Στα υπάρχοντα κράτη οι άνθρωποι προσβλέπουν σ’ ένα καινούργιο νόμο σαν φάρμακο για οποιοδήποτε κακό. Αντί ν’ αλλάξουν μόνοι τους ό,τι είναι κακό, οι άνθρωποι αρχίζουν να ζητούν ένα νόμο για να το αλλάξει. Αν ο δρόμος μεταξύ δύο χωριών είναι απροσπέλαστος, ο χωριάτης λέει "Θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος για τους επαρχιακούς δρόμους". Αν ένας φύλακας πάρκου εκμεταλλεύεται την έλλειψη πνεύματος σ’ ένα από 'κείνους, οι οποίοι τον ακολουθούν με δουλικό σεβασμό και τον προσβάλλει, ο προσβεβλημένος, λέει "Θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος που να επιβάλλει περισσότερη ευγένεια στους φύλακες πάρκων". Αν υπάρχει στασιμότητα στη γεωργία ή στο εμπόριο, ο γεωργός, ο κτηνοτρόφος, ή ο σιτέμπορος, υποστηρίζει "Χρειαζόμαστε προστατευτική νομοθεσία". Μέχρι τον τελευταίο εμποράκο, δεν υπάρχει κανείς που να μη ζητά ένα νόμο για να προστατέψει το επάγγελμά του. Αν ο εργοδότης κατεβάζει τους μισθούς ή αυξάνει τις ώρες εργασίας, ο εκκολαπτόμενος πολιτικός διακηρύσσει "Πρέπει να υπάρξει ένας νόμος για να βάλει τάξη σ’ όλα αυτά". Κοντολογίς, ένας νόμος παντού και για το παν! Νόμος για τις μόδες, νόμος για τους τρελούς σκύλους, νόμος για την αρετή, νόμος που να βάλει τέλος σ’ όλα τα βίτσια κι όλα τα κακά, τα οποία απορρέουν από την ανθρώπινη παθητικότητα και δειλία.

Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί από μια διαπαιδαγώγηση, η οποία από τη νηπιακή ηλικία ζητά να σκοτώσει μέσα μας το πνεύμα της εξέγερσης, και ν’ αναπτύξει εκείνο της υποταγής στην εξουσία. Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί απ’ αυτή την ύπαρξη υπό τον ζυγό του νόμου, ο οποίος κανονίζει κάθε γεγονός στη ζωή μας - την γέννησή μας, την εκπαίδευσή μας, την ανάπτυξή μας, την αγάπη μας, την φιλία μας - ώστε, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση πραγμάτων, θα χάσουμε κάθε πρωτοβουλία, κάθε συνήθεια να σκεφτόμαστε μόνοι μας. Η κοινωνία μας δεν φαίνεται πια ικανή να καταλάβει ότι είναι δυνατό να ζήσουμε κατ’ άλλο τρόπο, και όχι μόνο υπό το κράτος του νόμου, που τον επεξεργάζεται μία αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και τον διαχειρίζεται μια χούφτα κυβερνητών. Ακόμα κι’ όταν έφτασε ως το σημείο να χειραφετηθεί από την δουλεία, η πρώτη της φροντίδα ήταν να την αποκαταστήσει άμεσα. Το "Έτος Ι της Ελευθερίας" δεν διήρκεσε ποτέ περισσότερο από μία μέρα, γιατί μόλις το διακήρυξαν οι άνθρωποι έβαλαν τους εαυτούς τους, την άλλη κιόλας μέρα, υπό τον ζυγό του νόμου και της εξουσίας.

Πράγματι, για μερικές χιλιάδες χρόνια, εκείνοι οι οποίοι μας κυβερνούν δεν έχουν κάνει άλλο από το να διατυμπανίζουν τον "Σεβασμό στο νόμο, την υποταγή στην εξουσία". Αυτή είναι η ηθική ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους, και το σχολείο χρησιμεύει μονάχα για να επικυρώσει αυτή την κατάσταση. Έξυπνα επιλεγμένα ψήγματα, νόθας επιστήμης εντυπώνονται στα μυαλά των παιδιών για ν’ αποδείξουν την αναγκαιότητα του νόμου· η υποταγή στο νόμο γίνεται θρησκεία· η ηθική καλοσύνη κι ο νόμος των κυρίαρχων συγχέονται μέσα σε μία και την αυτή θεότητα. Ο ιστορικός ήρωας της σχολικής αίθουσας είναι ο άνδρας που υπακούει στο νόμο, και τον υπερασπίζει ενάντια στους επαναστάτες.

Αργότερα, όταν μπαίνουμε στην δημόσια ζωή, η κοινωνία και η λογοτεχνία που μας γαλβανίζουν μέρα με την μέρα κι ώρα με την ώρα όπως η σταλαγματιά τρυπάει την πέτρα, συνεχίζουν να μας εντυπώνουν την ίδια προκατάληψη. Τα βιβλία ιστορίας, πολιτικής επιστήμης, κοινωνικής επιστήμης, είναι παραγεμισμένα μ’ αυτό τον σεβασμό για το νόμο. Ακόμη κι οι φυσικές επιστήμες έχουν τεθεί στην υπηρεσία αυτού του σκοπού με την εισαγωγή τεχνητών τρόπων έκφρασης, δανεισμένων από την θεολογία και την αυθαίρετη εξουσία, μέσα στη γνώση που είναι καθαρά αποτέλεσμα παρατήρησης. Έτσι η νοημοσύνη μας συσκοτίζεται επιδέξια, και πάντα με σκοπό να διατηρηθεί ο σεβασμός μας για το νόμο. Η ίδια εργασία γίνεται από τις εφημερίδες. Δεν έχουν ούτε ένα άρθρο, το οποίο να μην κηρύσσει τον σεβασμό στο νόμο, ακόμη κι όταν η Τρίτη σελίδα αποδείχνει κάθε μέρα την ηλιθιότητα του νόμου, και δείχνει πώς σύρεται μέσα από κάθε ποικιλία λάσπης και βρωμιάς από κείνους που ’ναι επιφορτισμένοι με την διαχείρισή του. Η υποτακτικότητα μπροστά στο νόμο έχει γίνει αρετή κι αμφιβάλλω αν υπήρξε ποτέ έστω κι ένας επαναστάτης που να μην άρχισε στη νεότητά του σαν αμύντορας του νόμου ενάντια σ’ ό,τι γενικά αποκαλούνται "καταχρήσεις", μολονότι αυτές οι τελευταίες είναι αναπόφευκτες συνέπειες του νόμου.

Η τέχνη ευθυγραμμίζεται με την ψευτο-επιστήμη. Ο ήρωας του γλύπτη, του ζωγράφου, του μουσικού, καλύπτει το Νόμο υπό την ασπίδα του, και με φλογίζοντα μάτια και φουσκωμένα ρουθούνια στέκεται πάντα έτοιμος να συντρίψει εκείνον, ο οποίος θα σήκωνε χέρι ενάντιά του. Ναοί ανυψώνονται σ’ αυτόν· οι επαναστάτες οι ίδιοι διστάζουν να θίξουν τους υψηλούς ιερείς που ‘χουν αφιερωθεί στην υπηρεσία του, κι όταν η επανάσταση πρόκειται να σαρώσει κάποιον αρχαίο θεσμό, είναι ακόμα με το νόμο που προσπαθεί να επικυρώσει αυτή την πράξη.

Η συγκεχυμένη μάζα κανόνων συμπεριφοράς που αποκαλείται δίκαιο, και που μας έχει κληροδοτηθεί από την δουλεία, την δουλοπαροικία, τον φεουδαρχισμό και την βασιλεία, έχει πάρει τη θέση εκείνων των πέτρινων τεράτων, μπροστά στα οποία συνηθιζόταν να θυσιάζονται ανθρώπινα θύματα, και τα οποία δουλοπρεπείς άγριοι δεν τολμούσαν έστω και ν’ αγγίξουν μήπως και καούν από τους κεραυνούς του ουρανού.

Αυτή η νέα λατρεία καθιερώθηκε με τη ιδιαίτερη επιτυχία από την άνοδο στην εξουσία της μεσαίας τάξης - από την μεγάλη Γαλλική Επανάσταση. Υπό το παλαιό καθεστώς, οι άνθρωποι μιλούσαν λίγο για νόμους· εκτός, πραγματικά, αν επρόκειτο, μαζί με τον Μοντεσκιέ, τον Ρουσσώ και τον Βολταίρο, να τους αντιπαραβάλλουν στη βασιλική αυθαιρεσία. Η υποταγή στη θέληση του βασιλιά και της ακολουθίας του ήταν υποχρεωτική επί ποινή απαγχονισμού ή φυλάκισης. Αλλά στη διάρκεια των επαναστάσεων και μετά απ’ αυτές όταν οι νομικοί ανέβηκαν στην εξουσία, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ενισχύσουν την αρχή, στην οποία οφειλόταν η άνοδός τους! Η μεσαία τάξη την αποδέχτηκε αμέσως σαν ανάχωμα για να τιθασεύσει τον λαϊκό χείμαρρο. Ο κλήρος έσπευσε να την κυρώσει, για να σώσει το σκάφος του από ναυάγιο ανάμεσα στους παραβάτες. Τελικά ο λαός την αποδέχτηκε σαν μία βελτίωση σε σχέση με την αυθαίρετη εξουσία και βία του παρελθόντος.

Για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει να μεταφερθούμε με την φαντασία στον 18ο αιώνα. Οι καρδιές μας πρέπει να ‘χουν πονέσει από την ιστορία των θηριωδιών που διαπράχτηκαν από τους παντοδύναμους ευγενείς του καιρού εκείνου πάνω στους άντρες και τις γυναίκες του λαού, προτού καταλάβουμε ποια πρέπει να ‘ταν η μαγική επίδραση πάνω στο μυαλό του χωρικού της φράσης "Ισότητα ενώπιον του νόμου, υποταγή στο νόμο χωρίς διάκριση καταγωγής και περιουσίας". Αυτός που ως τότε είχε αντιμετωπιστεί χειρότερα κι από ζώο, αυτός που ποτέ δεν είχε δικαιώματα, αυτός που ποτέ δεν είχε βρει δικαιοσύνη ενάντια στις αποτρόπαιες πράξεις των ευγενών, εκτός αν έπαιρνε εκδίκηση σκοτώνοντας τον ευγενή και αντιμετωπίζοντας μετά την κρεμάλα - βρήκε τον εαυτό του ν’ αναγνωρίζεται απ’ αυτό το αξίωμα, τουλάχιστο στην θεωρία, τουλάχιστο αναφορικά με τα προσωπικά του δικαιώματα σαν ίσος με τον κύριό του. Οτιδήποτε και να ‘ταν αυτός ο νόμος, υποσχόταν να μεταχειριστεί τον κύριο και τον χωρικό όμοια· διακήρυσσε την ισότητα πλούσιου και φτωχού ενώπιον του δικαστή. Η υπόσχεση ήταν ψέμα, και σήμερα το ξέρουμε· αλλά σ’ εκείνη την περίοδο ήταν μια πρόοδος, φόρος τιμής στην αλήθεια. Αυτός είναι ο λόγος που όταν οι σωτήρες της απειλούμενης μεσαίας τάξης (οι Ροβεσπιέροι και οι Δαντόν) υιοθέτησαν τα γραπτά του Ρουσσώ και του Βολταίρου, και διακήρυξαν τον "σεβασμό για το νόμο, ίδιο για κάθε άνθρωπο", ο λαός αποδέχτηκε τον συμβιβασμό· γιατί ο επαναστατικός του πυρετός είχε ήδη αναλωθεί στην πάλη μ’ έναν εχθρό, που γινόταν μέρα με τη μέρα απειλητικότερος· έκλιναν τον αυχένα κάτω από τον ζυγό του νόμου για να σώσουν τους εαυτούς τους από την αυθαίρετη εξουσία των φεουδαρχών.

Η μεσαία τάξη συνέχισε από τότε να εκμεταλλεύεται αυτό το αξίωμα, το οποίο μαζί με μια άλλη αρχή, εκείνη της αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, συνοψίζει την όλη φιλοσοφία της αστικής εποχής, του δέκατου ένατου αιώνα. Κήρυξε αυτή την θεωρία στα σχολεία, την προπαγάνδισε στα γραπτά της, διέπλασε την τέχνη και την επιστήμη της για τον ίδιο σκοπό, σκόρπισε τις πεποιθήσεις της σε κάθε τρύπα και γωνιά - σαν την ευσεβή Αγγλίδα που ρίχνει φυλλάδια κάτω από την πόρτα - και το ‘χει κάνει αυτό με τόση επιτυχία, ώστε σήμερα βλέπουμε την κατάληξη στο αποκρουστικό γεγονός ότι άνθρωποι που λαχταρούν την ελευθερία επιχειρούν να την αποκτήσουν παρακαλώντας τους κυρίους τους να έχουν την καλοσύνη να τους προστατεύσουν τροποποιώντας τους νόμους, τους οποίους αυτοί οι κύριοι οι ίδιοι δημιουργήσει!

Αλλ’ οι καιροί και οι διαθέσεις, αλλάζουν. Υπάρχουν παντού επαναστατημένοι που δεν θέλουν πια να υπακούουν στο νόμο χωρίς να ξέρουν από πού προέρχεται, ποιες είναι οι χρήσεις του, και από πού πηγάζει η υποχρέωση της υπακοής του και ο σεβασμός με τον οποίο συνοδεύεται. Οι επαναστατημένοι των ημερών μας κριτικάρουν τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας, τα οποία έως τώρα θεωρούνταν ιερά, και πρώτα απ’ όλα αυτό το φετίχ, το νόμο.

Οι άνθρωποι που έχουν κριτική αντίληψη αναλύουν τις πηγές του νόμου, και βρίσκουν εκεί είτε ένα θεό, προϊόν των φόβων του αγρίου, και ηλίθιο, τιποτένιο και κακεντρεχή όπως οι ιερείς που εγγυώνται την υπερφυσική καταγωγή του, ή άλλως, αιματοχυσία, κατάκτηση δια πυρός και σιδήρου. Μελετούν τα χαρακτηριστικά του νόμου, κι αντί για συνεχή πρόοδο που ν’ αντιστοιχεί σ’ εκείνη της ανθρώπινης φυλής, βρίσκουν πως το διακριτικό του γνώρισμα είναι η ακινησία, μια τάση ν’ αποκρυσταλλώσει ό,τι θα ‘πρεπε να τροποποιείται και ν’ αναπτύσσεται μέρα με τη μέρα. Ρωτούν πώς ο νόμος έχει διατηρηθεί, και στην υπηρεσία του βλέπουν τις θηριωδίες του Βυζαντινισμού, τις ωμότητες της Ιεράς Εξέτασης, τα βασανιστήρια του μεσαίωνα, ζωντανή σάρκα ξεσκισμένη από το μαστίγιο του δήμιου, αλυσίδες, ρόπαλα, πελέκεις, τα σκοτεινά κελιά των φυλακών, αγωνία, κατάρες και δάκρυα. Στις μέρες μας βλέπουν, όπως πρώτα, τον πέλεκυ, το σχοινί, το ντουφέκι, τη φυλακή· από τη μια μεριά τον αποκτηνωμένο φυλακισμένο, που έχει υποβιβαστεί στην κατάσταση ενός εγκλωβισμένου θηρίου με την εξευτέλιση όλης της ηθικής υπόστασής του· κι από την άλλη τον δικαστή, στερημένο από κάθε συναίσθημα που τιμά πράγματι την ανθρώπινη φύση, να ζει σαν μισότρελος ερημίτης σ’ έναν κόσμο νομικών μυθοπλασιών, να γλεντάει με την επιβολή φυλάκισης και θανάτου, χωρίς έστω να υποψιάζεται μέσα στην ψυχρή κακοήθεια της τρέλας του, την άβυσσο του ξεπεσμού όπου έχει πέσει μπροστά στα μάτια εκείνων, τους οποίους καταδικάζει.

Βλέπουν μια φυλή νομοθετών να νομοθετούν χωρίς να ξέρουν που αναφέρονται οι νόμοι τους· σήμερα να ψηφίζουν ένα νόμο για την υγειονομία των πόλεων, χωρίς καν την αμυδρότερη ιδέα υγιεινής, αύριο να φτιάχνουν κανονισμούς για τον εξοπλισμό στρατευμάτων χωρίς να ξέρουν τίποτα από όπλα· να φτιάχνουν νόμους για την διδασκαλία και την εκπαίδευση χωρίς ποτέ να ‘χουν δώσει ένα μάθημα οποιουδήποτε είδους, ή έστω και μια έντιμη διαπαιδαγώγηση στα παιδιά τους· να νομοθετούν εκεί κι ως έτυχε προς όλες τις κατευθύνσεις, αλλά χωρίς να ξεχνούν ποτέ να προβλέπουν ποινές για τους κουρελιάρηδες, τη φυλακή και τα κάτεργα, κι ας είναι οι δυστυχείς αυτοί χίλιες φορές λιγότερο ανήθικοι από τους ίδιους τους νομοθέτες.

Τέλος, τα κριτικά πνεύματα βλέπουν τον δεσμοφύλακα να χάνει κάθε ανθρώπινο αίσθημα, τον αστυνομικό να εκπαιδεύεται σαν κυνηγόσκυλο, τον καταδότη της αστυνομίας να σιχαίνεται τον εαυτό του· το "κάρφωμα" να μεταμορφώνεται σε αρετή· τη διαφθορά ν’ ανυψώνεται σε σύστημα· όλα τα ελαττώματα, όλες τις κακές ιδιότητες της ανθρωπότητας να ενθαρρύνονται και να καλλιεργούνται για να εξασφαλιστεί ο θρίαμβος του νόμου.

Αυτά τα βλέπουμε, και, γι’ αυτό, αντί να επαναλάβουμε μάταια την παλιά φόρμουλα, "Σεβασμός στο νόμο", λέμε, "περιφρονήστε το νόμο κι όλα τα επακόλουθά του!". Στη θέση της δειλής φράσης, "Υπακούστε στο νόμο", η κραυγή μας είναι "Εξεγερθείτε ενάντια σε όλους τους νόμους!".

Συγκρίνετε μόνο τα κακά που γίνονται στ’ όνομα κάθε νόμου με τα καλά που μπόρεσε να κάνει, ζυγίστε προσεκτικά τα καλά και τα κακά, και θα βρείτε αν έχουμε δίκιο.

Σχετικά μιλώντας, ο νόμος είναι προϊόν των σύγχρονων καιρών. Για αιώνες κι αιώνες η ανθρωπότητα ζούσε χωρίς οποιοδήποτε γραπτό δίκαιο, έστω κι εκείνο που ‘ναι χαραγμένο σε σύμβολα πάνω στις πέτρες της εισόδου ενός ναού. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι ανθρώπινες σχέσεις ρυθμίζονταν απλώς από έθιμα, συνήθειες και πρακτικές, που καθιερώνονταν με τη συνεχή επανάληψη, κι αποκτιούνταν από κάθε πρόσωπο στην παιδική ηλικία, ακριβώς όπως μάθαινε πώς να εξασφαλίζει την τροφή του με το κυνήγι, την κτηνοτροφία, ή τη γεωργία.

Όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες πέρασαν απ’ αυτή την πρωτόγονη φάση κι ως σήμερα ένα μεγάλο ποσοστό της ανθρωπότητας δεν έχει γραπτό δίκαιο. Κάθε φυλή έχει τους τρόπους της και τα έθιμά της· εθιμικό δίκαιο, όπως λένε οι νομικοί. Έχει κοινωνικές συνήθειες, και τούτο αρκεί για να διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις μεταξύ των κατοίκων του χωριού, των μελών της φυλής ή της κοινότητας. Ακόμη κι ανάμεσά μας - στα "πολιτισμένα" έθνη - όταν αφήνουμε τις μεγάλες πόλεις και πάμε στην ύπαιθρο, βλέπουμε ότι εκεί οι αμοιβαίες σχέσεις των κατοίκων ρυθμίζονται σύμφωνα μ’ αρχαία και γενικά αποδεκτά έθιμα, κι όχι σύμφωνα με το γραπτό δίκαιο των νομοθετών. Οι χωρικοί της Ρωσίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, κι ακόμη ενός μεγάλου μέρους της Γαλλίας και της Αγγλίας, δεν έχουν καμία ιδέα του γραπτού δικαίου. Μπαίνει στη ζωή τους μόνο για να ρυθμίσει τις σχέσεις τους με το κράτος. Ως προς τις σχέσεις μεταξύ τους, μολονότι είναι μερικές φορές πολύ περίπλοκες, ρυθμίζονται απλώς σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο. Πρωτύτερα, έτσι είχαν τα πράγματα με την ανθρωπότητα εν γένει.

Δύο διαφορετικά ρεύματα εθίμων αποκαλύπτονται από την ανάλυση των ηθών των πρωτόγονων ανθρώπων.

Καθώς ο άνθρωπος δεν ζει σ’ απομονωμένη κατάσταση, αναπτύσσονται μέσα του συνήθειες και συναισθήματα, τα οποία είναι χρήσιμα για τη διατήρηση της κοινωνίας και τη διεύρυνση της φυλής. Χωρίς κοινωνικά συναισθήματα και ήθη, η ζωή από κοινού θα ‘ταν απόλυτα αδύνατη. Δεν είναι ο νόμος που τα ‘χει εγκαθιδρύσει· προηγούνται από κάθε νόμο. Ούτε η θρησκεία τα έχει επιβάλλει· προηγούνται απ’ όλες τις θρησκείες. Ανευρίσκονται ανάμεσα σ’ όλα τα ζώα που ζουν σε κοινωνία. Αναπτύσσονται αυθόρμητα από την ίδια τη φύση πραγμάτων, όπως εκείνες οι συνήθειες στα ζώα, τις οποίες οι άνθρωποι αποκαλούν ένστικτα. Ξεπηδούν από ένα προτσές εξέλιξης, το οποίο είναι χρήσιμο και, πραγματικά, για να διατηρήσει την κοινωνία ενωμένη στην πάλη που εξαναγκάζεται να κάνει για να διατηρήσει την ύπαρξή τους. Οι άγριοι καταλήγουν να μην τρώνε πια ο ένας τον άλλο, γιατί βρίσκουν ότι μακροχρόνια είναι περισσότερο πλεονεκτικό ν’ αφιερωθούν σε κάποιο είδος καλλιέργειας παρά ν’ απολαμβάνουν την ευχαρίστηση του να τρώνε τη σάρκα ενός γερασμένου συγγενή μια φορά τον χρόνο. Πολλοί ταξιδιώτες έχουν απεικονίσει τους τρόπους ζωής απόλυτα ανεξάρτητων φυλών, όπου οι νόμοι κι οι αρχηγοί είναι άγνωστοι αλλά όπου τα μέλη της φυλής έχουν πάψει να χτυπάνε ο ένας τον άλλο σε κάθε διαμάχη, γιατί η συνήθεια να ζουν σε κοινωνία έχει καταλήξει στην ανάπτυξη ορισμένων συναισθημάτων αδελφοσύνης και κοινότητας συμφερόντων, και προτιμούν ν’ απευθύνονται σ’ ένα τρίτο πρόσωπο για τον διακανονισμό των διαφορών. Η φιλοξενία τω πρωτόγονων λαών, ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή, η αίσθηση της αμοιβαίας υποχρέωσης, η συμπάθεια προς τον αδύνατο, το θάρρος, που επεκτείνεται ακόμα και στην αυτοθυσία για χάρη των άλλων, πρώτα των παιδιών και των φίλων, και αργότερα των μελών της ίδιας της κοινότητας - όλες αυτές οι ιδιότητες αναπτύσσονται στον άνθρωπο πριν από κάθε νόμο, ανεξάρτητα από κάθε θρησκεία, όπως στην περίπτωση των κοινωνικών ζώων. Τέτοια συναισθήματα και πρακτικές είναι τα αναπόφευκτα αποτελέσματα της κοινωνικής ζωής. Χωρίς να ‘ναι όπως λένε οι παπάδες κι οι μεταφυσικοί έμφυτες στον άνθρωπο, αυτές οι ιδιότητες είναι το αποτέλεσμα της ζωής από κοινού.

Αλλά δίπλα - δίπλα μ’ αυτά τα έθιμα, απαραίτητα στην ζωή των κοινωνιών και την διατήρηση της φυλής, άλλες επιθυμίες, άλλα πάθη κι επομένως άλλες συνήθειες κι έθιμα, εξελίσσονται στην ανθρώπινη συνένωση. Η επιθυμία να κυριαρχήσει κανείς πάνω σ’ άλλους, να επιβάλλει την θέλησή του πάνω τους, η επιθυμία να καταλάβουν τα προϊόντα της εργασίας μιας γειτονικής φυλής· η επιθυμία να περιβληθεί κανείς μ’ ανέσεις χωρίς να παράγει τίποτα, ενώ οι σκλάβοι προμηθεύουν τον κύριό τους, με τα μέσα απόκτησης κάθε είδους ηδονής και πολυτέλειας - αυτές οι εγωιστικές, προσωπικές επιθυμίες δημιουργούν ένα άλλο ρεύμα συνηθειών κι εθίμων. Ο ιερέας κι ο πολεμιστής - ο τσαρλατάνος που κερδοσκοπεί πάνω στην δεισιδαιμονία κι αφού απελευθερωθεί ο ίδιος από το φόβο του δαίμονα τον καλλιεργεί σε άλλους, κι ο παλικαράς, που θέλει την εισβολή και τη λήστευση των γειτόνων του για να γυρίσει με λάφυρα κι ακολουθούμενος από σκλάβους. Αυτοί οι δύο, χέρι με χέρι, έχουν πετύχει να επιβάλουν πάνω στην πρωτόγονη κοινωνία έθιμα πλεονεκτικά και για τους δυο τους, που τείνουν να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους στις μάζες. Επωφελούμενοι από την παθητικότητα, τους φόβους, την αδράνεια του πλήθους, και χάρη στη συνεχή επανάληψη των ίδιων πράξεων, έχουν εγκαθιδρύσει μόνιμα έθιμα, τα οποία έχουν γίνει μια στέρεη βάση για την κυριαρχία τους.

Γι’ αυτό το σκοπό, θα ‘καναν χρήση, κατά πρώτο λόγο, εκείνης της τάσης να ακολουθεί κανείς την πεπατημένη, που’ χει τόσο πολύ αναπτυχθεί στην ανθρωπότητα. Στα παιδιά κι όλους τους άγριους παίρνει εκπληκτικές διαστάσεις και μπορεί επίσης να παρατηρηθεί στα ζώα. Ο άνθρωπος, όταν είναι τελείως δεισιδαίμονας, φοβάται πάντα να εισαγάγει οποιοδήποτε είδος αλλαγής στις υπάρχουσες συνθήκες· γενικά σέβεται ό,τι είναι παλιό. "Οι πατέρες μας έκαναν αυτό κι αυτό· τα πήγαιναν αρκετά καλά· κάνετε το ίδιο", λένε οι παλιοί στους νέους κάθε φορά που οι τελευταίοι θέλουν ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Το άγνωστο τους φοβίζει, προτιμούν να προσκολλούνται στο παρελθόν, ακόμη κι όταν αυτό το παρελθόν αντιπροσωπεύει φτώχεια, καταπίεση και σκλαβιά.

Μπορεί ακόμη να λεχθεί ότι όσο πιο εξαθλιωμένος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερο φοβάται κάθε είδος αλλαγής, μήπως και τον κάνει ακόμα πιο δυστυχισμένο. Κάποια ακτίνα ελπίδας, μερικά ψίχουλα άνεσης, πρέπει να διαπεράσουν την σκοτεινή κατοικία του προτού αρχίσει να επιθυμεί καλύτερα πράγματα, να κριτικάρει τους παλιούς τρόπους ζωής, και να προετοιμαστεί να τους βάλει σε κίνδυνο χάριν μιας αλλαγής. Όσο δεν είναι εμποτισμένος από ελπίδα, όσο δεν είναι απελευθερωμένος από την κηδεμονία εκείνων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την δεισιδαιμονία και τους φόβους του, προτιμά να παραμείνει στην προγενέστερη κατάστασή του. Όταν οι νέοι επιθυμούν κάποια αλλαγή, οι παλιοί εγείρουν κραυγή πανικού ενάντια στους νεωτεριστές. Μερικοί άγριοι θα προτιμούσαν να πεθάνουν παρά μάλλον παρά να παραβούν τα έθιμα της χώρας τους, γιατί τους έχουν πει ότι η ελάχιστη παραβίαση της κατεστημένης ρουτίνας θα ‘φερνε κακοτυχία και συμφορά σ’ ολόκληρη την φυλή. Ακόμη και σήμερα, πόσοι πολιτικοί, οικονομολόγοι και δήθεν επαναστάτες δεν δρουν με τον ίδιο τρόπο και προσκολλούνται σ’ ένα εξαφανιζόμενο παρελθόν! Πόσοι δεν έχουν σαν μοναδική φροντίδα τους ν’ αναζητούν τα προηγούμενα! Πόσοι διάπυροι νεωτεριστές δεν είναι παρά απλοί αντιγραφείς επαναστάσεων του παρελθόντος!

Το πνεύμα της ρουτίνας, γεννημένο μέσα στην δεισιδαιμονία, την παθητικότητα και την δειλία, υπήρξε σε όλους τους καιρούς ο στυλοβάτης της καταπίεσης. Στις πρωτόγονες ανθρώπινες κοινωνίες έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ιερείς και τους στρατιωτικούς αρχηγούς. Διαιώνισαν έθιμα χρήσιμα μόνο στους εαυτούς τους και πέτυχαν να τα επιβάλουν πάνω σ’ ολόκληρη τη φυλή. Όσο αυτή η συντηρητική διάθεση μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να διασφαλίσει τον αρχηγό στην καταπάτησή του της ατομικής ελευθερίας, όσο οι μόνες ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων ήταν έργο της φύσης, και δεν αυξάνονταν εκατό φορές από τη συγκέντρωση της ισχύος και του πλούτου, δεν υπήρχε ανάγκη για νόμο και για τους φοβερούς μηχανισμούς των δικαστηρίων και των ολοένα αυξανόμενων ποινών που επιβάλλουν.

Αλλά καθώς η κοινωνία διαιρούνταν όλο και πιο πολύ σε δύο εχθρικές τάξεις, που η μία ζητούσε να εγκαθιδρύσει την κυριαρχία της κι άλλη αγωνιζόταν να ξεφύγει, η πάλη άρχισε· τώρα ο κατακτητής βιαζόταν να διασφαλίσει τα’ αποτελέσματα των πράξεών του σε διαρκή μορφή, και προσπάθησε να τα τοποθετήσει πέρα από κάθε αμφιβολία, να τα κάνει ιερά και σεβαστά με κάθε μέσο. Ο νόμος έκανε την εμφάνισή του από υπό τις ευλογίες του ιερέα και το ρόπαλο του πολεμιστή τέθηκε στην υπηρεσία του. Το έργο του ήταν να κάνει αμετακίνητα τα έθιμα προς όφελος της κυρίαρχης μειοψηφίας. Η στρατιωτική ισχύς ανέλαβε να εξασφαλίσει την υπακοή. Αυτή η νέα λειτουργία ήταν μια καινούργια εγγύηση για την εξουσία του πολεμιστή· τώρα δεν είχε μόνο την ωμή βία στην υπηρεσία του· ήταν ο αμύντορας του νόμου.

Αν ο νόμος, όμως, δεν παρουσίαζε παρά μόνο μια συλλογή προσταγών χρήσιμων στους κυβερνήτες, θα ‘βρισκε κάποια δυσκολία στην εξασφάλιση αποδοχής κι υπακοής. Έτσι, οι νομοθέτες ανέμιξαν σ’ ένα κώδικα τα δύο ρεύματα εθίμων, τα οποία μάλιστα αναφέραμε: τα’ αξιώματα που αντιπροσωπεύουν αρχές ηθικής και κοινωνικής ένωσης και δημιουργήθηκαν σαν αποτέλεσμα της ζωής από κοινού, και τις εντολές που θέλουν να εξασφαλίσουν μια εξωτερική εδραίωση στην ανισότητα. Έθιμα απόλυτα αναγκαία για την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας, βρίσκονται στον κώδικα, έξυπνα ανακατεμένα με ήθη που επιβλήθηκαν από την κυβερνώσα κάστα, και αξιώνουν και τα δύο ίσο σεβασμό από το πλήθος. "Να μην σκοτώσεις", λέει ο κώδικας, και σπεύδει να προσθέσει "Και πλήρωνε δεκάτες στον ιερέα". "Να μην κλέψεις", λέει ο κώδικας, και αμέσως κατόπιν "Αυτός που αρνείται να πληρώσει φόρους, να του κόψουν το χέρι'.

Αυτός ήταν ο νόμος· κι έχει ως σήμερα διατηρήσει τον διπλό χαρακτήρα του. Η καταγωγή του είναι η επιθυμία της κρατούσας τάξης να δώσει διάρκεια σ’ έθιμα που επιβλήθηκαν από την ίδια προς όφελός της. Το χαρακτηριστικό του είναι η επιδέξια ανάμιξη εθίμων χρήσιμων στην κοινωνία, εθίμων που δεν έχουν ανάγκη νόμου για να εξασφαλίσουν σεβασμό, με άλλα έθιμα, χρήσιμα μόνο στους κυβερνώντες, επιζήμια στην μάζα του λαού, και διατηρούμενα μόνο από τον φόβο της τιμωρίας.

Όπως και το ατομικό κεφάλαιο, το οποίο γεννήθηκε από την δολιότητα και την βία, κι αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα της εξουσίας, ο νόμος δεν έχει κανένα δικαίωμα στον σεβασμό των ανθρώπων. Γεννημένος από την βία και την δεισιδαιμονία, και εγκαθιδρυμένος προς το συμφέρον του προνομιούχου παράσιτου, του ιερέα και του πλούσιου εκμεταλλευτή, πρέπει να καταστραφεί παντελώς την ημέρα που ο λαός θα θελήσει να σπάσει τις αλυσίδες του.

Θα πειστούμε καλύτερα γι’ αυτό όταν, αργότερα, θ’ αναλύσουμε την μεταγενέστερη ανάπτυξη των νόμων υπό την αιγίδα της θρησκείας, της εξουσίας και του υπάρχοντος κοινοβουλευτικού συστήματος.

Είδαμε πώς ο νόμος γεννήθηκε μέσα στην καθιερωμένη πρακτική και το έθιμο, και πώς από την αρχή παρουσίαζε μια επιδέξια ανάμιξη των κοινωνικών συνηθειών, αναγκαίων για την διατήρηση της ανθρώπινης φυλής, μ’ άλλα έθιμα, που επιβλήθηκαν από κείνους, οι οποίοι χρησιμοποίησαν την λαϊκή δεισιδαιμονία καθώς και το δικαίωμα του ισχυρότερου προς όφελός τους. Αυτός ο διπλός χαρακτήρας του νόμου έχει καθορίσει την κατοπινότερη εξέλιξή του στην διάρκεια της πολιτικής οργάνωσης. Ενώ στην πορεία των αιώνων ο πυρήνας του κοινωνικού εθίμου εμπεριέχεται στο νόμο υποβλήθηκε σε ασήμαντες και βαθμιαίες τροποποιήσεις, το άλλο τμήμα αναπτύχθηκε ευρέως σε κατευθύνσεις που υπεδείκνυαν τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων και προς βλάβη των καταπιεζόμενων τάξεων.

Από καιρό σε καιρό αυτές οι κυρίαρχες τάξεις έχουν επιτρέψει να τους αποσπασθεί ένας νόμος, ο οποίος παρουσίαζε, ή φαινόταν να παρουσιάζει, κάποια εγγύηση για τους απόκληρους. Αλλά τότε οι τέτοιοι νόμοι απλώς ανακαλούσαν ένα προηγούμενο νόμο, καμωμένο προς όφελος της κυβερνώσας κάστας. "Οι καλύτεροι νόμοι, λέει ο Buckle, "ήταν εκείνοι οι οποίοι ανακαλούσαν τους προηγούμενους". Αλλά τι τρομερές προσπάθειες χρειάστηκαν, πόσοι ποταμοί αίματος χύθηκαν, κάθε φορά που υπήρξε ζήτημα ανάκλησης κάποιου απ’ αυτούς τους θεμελιώδεις νόμους που χρησιμεύουν για να κρατούν τον λαό στα δεσμά. Προτού μπορέσει να καταργήσει τα τελευταία ίχνη δουλοπαροικίας και φεουδαρχικών δικαιωμάτων, και να διαλύσει τη δύναμη της βασιλικής αυλής, η Γαλλία αναγκάστηκε να περάσει μεσ’ από τέσσερα χρόνια επανάστασης και είκοσι χρόνια πολέμου. Δεκαετίες πάλης χρειάζονται για ν’ ανακληθούν και οι λιγότερο σημαντικοί από τους άδικους νόμους, που μας κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν, κι ακόμη τότε σπανίως εξαφανίζονται, εκτός από περιόδους επανάστασης.

Η ιστορία της γένεσης του κεφαλαίου έχει ήδη εκτεθεί από τους σοσιαλιστές πολλές φορές. Έχουν περιγράψει πώς γεννήθηκε από τον πόλεμο και την καταλήστευση, τη δουλεία και την καθυπόταξη, τη σύγχρονη απάτη κι εκμετάλλευση. Έχουν δείξει πώς τρέφεται από το αίμα του εργάτη, και πώς λίγο - λίγο κατέκτησε ολόκληρο τον κόσμο. Η ίδια ιστορία, αναφορικά με την γένεση και την ανάπτυξη του νόμου, δεν έχει ακόμα εκτεθεί. Όπως συνήθως, η λαϊκή ευφυΐα έχει κλέψει την πρωτοβουλία από τους ανθρώπους των βιβλίων. Έχει ήδη συνθέσει την φιλοσοφία αυτής της ιστορίας, κι είναι απασχολημένη με την αποτύπωση των ουσιωδών οροσήμων της.

Ο νόμος, στην ιδιότητά του σαν εγγυητή των αποτελεσμάτων της λήστευσης, της δουλείας και της εκμετάλλευσης, έχει ακολουθήσει τις ίδιες φάσεις ανάπτυξης με το κεφάλαιο. Δίδυμοι αδελφός κι αδελφή, έχουν προχωρήσει χέρι - χέρι, συντηρώντας ο ένας τον άλλο με την ταλαιπωρία της ανθρωπότητας. Σε κάθε χώρα της Ευρώπης, η ιστορία τους είναι κατά προσέγγιση η ίδια. Διέφερε μόνο στην λεπτομέρεια· τα κύρια γεγονότα είναι τα ίδια· και αν ρίξουμε μια ματιά στην ανάπτυξη του νόμου στη Γαλλία ή τη Γερμανία, ξέρουμε τα ουσιώδη χαρακτηριστικά και τις φάσεις ανάπτυξής του στα περισσότερα από τα Ευρωπαϊκά έθνη.

Αρχικά, ο νόμος ήταν ένα εθνικό σύμφωνο ή συμβόλαιο. Είναι αλήθεια ότι αυτό το συμβόλαιο δεν ήταν πάντα ελευθέρα αποδεκτό. Ακόμη και στις πρώτες μέρες οι πλούσιοι κι ισχυροί επέβαλλαν την θέλησή τους πάνω στους υπόλοιπους. Αλλά πάντως αντιμετώπιζαν ένα εμπόδιο στις καταπατήσεις τους από την μάζα του λαού, που συχνά τους έκανε να αισθάνονται με την σειρά τους την δύναμή του.

Αλλά καθώς η εκκλησία από την μια μεριά κι οι ευγενείς από την άλλη πέτυχαν να υποδουλώσουν τον λαό, το δικαίωμα της δημιουργίας νόμων ξέφυγε από τα χέρια του έθνους και πέρασε σ’ εκείνα των προνομιούχων τάξεων. Ενισχυμένη από τον πλούτο που συσσωρεύθηκε στα σεντούκια της, η εκκλησία επεξέτεινε την εξουσία της. Εισέδυσε όλο και περισσότερο στην ιδιωτική ζωή, κι υπό το πρόσχημα της σωτηρίας των ψυχών, έβαλε χέρι στην εργασία των δουλοπάροικών της, μάζεψε φόρους από κάθε τάξη, και πλούτισε στο μέτρο που αυξανόταν ο αριθμός των παρανομιών, γιατί το προϊόν κάθε προστίμου διοχετευόταν στα θησαυροφυλάκιά της. Οι νόμοι δεν είχαν πια οποιαδήποτε σύνδεση με το συμφέρον του έθνους. "Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι αυτοί προέρχονταν από ένα συμβούλιο θρησκόληπτων φανατικών, παρά από νομοθέτες" παρατηρεί ένας ιστορικός του Γαλλικού δικαίου.

Ταυτόχρονα καθώς ο φεουδάρχης επεξέτεινε παρόμοια την εξουσία του πάνω στους εργαζόμενους της υπαίθρου και στους τεχνίτες των πόλεων, έγινε κι αυτός, επίσης, νομοθέτης και δικαστής. Τα λίγα κατάλοιπα εθνικού δικαίου που χρονολογούνται από τον δέκατο αιώνα είναι απλώς συμφωνίες που ρυθμίζουν την υπηρεσία, τη νόμιμη εργασία, και τους φόρους που οφείλονταν από τους δουλοπάροικους και τους υποτελείς στον κύριό τους. Οι νομοθέτες εκείνης της περιόδου ήταν μια δράκα ληστών, οργανωμένων για την καταλήστευση του λαού, που γινόταν κάθε μέρα και πιο ειρηνικός καθώς επιδιδόταν σε γεωργικές ασχολίες. Αυτοί οι άρπαγες εκμεταλλεύτηκαν τα συναισθήματα για δικαιοσύνη που ‘ναι έμφυτα στο λαό, πόζαραν σαν διαχειριστές εκείνης της δικαιοσύνης, έκαναν μια πηγή εισοδήματος για τους εαυτούς τους από τις θεμελιώδεις αρχές της και κατασκεύασαν νόμους για να διατηρήσουν την κυριαρχία τους.

Αργότερα, αυτοί οι νόμοι, που συλλέχτηκαν και ταξινομήθηκαν από δικαστές, σχημάτισαν τη βάση των σύγχρονων κωδίκων. Και πρόκειται εμείς να συζητήσουμε για σεβασμό αυτών των κωδίκων, της κληροδοσίας του φεουδάρχη και του Ιερέα;

Η πρώτη επανάσταση, η εξέγερση των πόλεων υπήρξε επιτυχής στην κατάργηση μόνο ενός τμήματος αυτών των νόμων· οι χάρτες δικαιωμάτων των απελευθερωμένων πόλεων είναι, ως επί το πλείστον, ένας απλός συμβιβασμός μεταξύ της φεουδαρχικής και επισκοπικής νομοθεσίας, και των νέων σχέσεων που δημιουργήθηκαν μέσα στην ίδια την ελεύθερη περιοχή. Κι όμως, πόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτών των νόμων και των νόμων που ‘χουμε τώρα! Η πόλη δεν αναλάμβανε να φυλακίσει και να εκτελέσει πολίτες για Κρατικούς λόγους· αρκούνταν να εκδιώξουν καθένα που συνωμοτούσε με τους εχθρούς της πόλης, και να κατεδαφίσουν το σπίτι του. Περιορίζονταν στην επιβολή προστίμων για τα καλούμενα "εγκλήματα και παραβάσεις", και στους δήμους του δωδέκατου αιώνα μπορεί ακόμα να βρεθεί η δίκαιη αρχή που σήμερα έχει ξεχαστεί, η οποία θεωρεί ολόκληρη την κοινότητα υπεύθυνη για την κακή συμπεριφορά καθενός από τα μέλη της. Οι κοινωνίες εκείνου του καιρού έβλεπαν το έγκλημα σαν ατύχημα ή κακοτυχία· μια αντίληψη συνηθισμένη ανάμεσα στους Ρώσους χωρικούς σήμερα. Γι’ αυτό δεν παραδέχονταν την αρχή της προσωπικής εκδίκησης όπως κηρύσσεται από την βίβλο, αλλά θεωρούσαν ότι η ευθύνη για κάθε παρανομία αντανακλούνταν σ’ όλη την κοινωνία. Χρειάστηκε όλη η επίδραση της βυζαντινής εκκλησίας, η οποία εισήγαγε στη Δύση τις εξευγενισμένες ωμότητες του Ανατολικού δεσποτισμού, για να εισαγάγει στα ήθη των Γαλατών και των Γερμανών την ποινή του θανάτου και τα φοβερά μαρτύρια που ύστερα επιβάλλονταν σ’ όσους θεωρούνταν εγκληματίες. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο, χρειάστηκε όλη η επίδραση του Ρωμαϊκού κώδικα, του προϊόντος της διαφθοράς της αυτοκρατορικής Ρώμης, για να εισαγάγει τις έννοιες της απόλυτης ιδιοκτησίας στην γη, η οποία ανέτρεψε τα κομμουνιστικά έθιμα των πρωτόγονων ανθρώπων.

Όπως ξέρουμε, οι ελεύθεροι δήμοι δεν κατόρθωσαν να διατηρηθούν. Ρημαγμένοι από εσωτερικές διαμάχες μεταξύ πλούσιων και φτωχών, μεταξύ δημοτών και δουλοπάροικων, έγιναν εύκολη λεία της βασιλείας. Και καθώς η βασιλεία αποκτούσε καινούργια ισχύ, το δικαίωμα της νομοθέτησης πέρασε όλο και πιο πολύ στα χέρια μιας κλίκας αυλικών. Έκκληση στο έθνος γινόταν μόνο για να επικυρώσει τους φόρους που απαιτούνταν από τον βασιλιά. Κοινοβούλιο που συγκαλούνταν σε διαστήματα δύο αιώνων, σύμφωνα με την καλή διάθεση ή το καπρίτσιο της αυλής, "Εξαιρετικά Συμβούλια", συνελεύσεις ευγενών, υπουργοί που άκουγαν σπάνια τα "παράπονα των υπηκόων του βασιλιά" - αυτοί ήταν οι νομοθέτες της Γαλλίας. Ακόμη αργότερα, όταν όλη η εξουσία είναι συγκεντρωμένη σ’ ένα μοναδικό άνθρωπο, ο οποίος μπορεί να πει "Εγώ είμαι το κράτος" τα διατάγματα χαλκεύονται στα "κρυφά πριγκιπικά συμβούλια", σύμφωνα με τις ορέξεις ενός υπουργού, ή ενός ιδιότροπου βασιλιά· και οι υπήκοοι πρέπει να υπακούσουν επί ποινή θανάτου. Όλες οι δικαστικές εγγυήσεις καταργούνται· το έθνος είναι ο δουλοπάροικος της βασιλείας και μιας χούφτας αυλικών. Και σ’ αυτή την περίοδο εκπλήττει το βλέμμα μας η φρικιαστικότητα των ποινών - ο τροχός, ο πάσσαλος, ο εκδαρμός ζωντανών θυμάτων, βασανιστήρια κάθε λογής, επινοημένα από την αρρωστημένη φαντασία καλόγερων και τρελών, που αναζητούσαν ευχαρίστηση στην αγωνία των εκτελούμενων εγκληματιών.

Η μεγάλη Επανάσταση άρχισε την κατεδάφιση αυτού του πλαισίου δικαίου, που μας κληροδοτήθηκε από τον φεουδαρχισμό και την βασιλεία. Αλλ’ αφού κατεδάφισε μερικά τμήματα του αρχαίου οικοδομήματος, η Επανάσταση έδωσε την εξουσία νομοθέτησης στην μπουρζουαζία, η οποία, με τη σειρά της, άρχισε να ανεγείρει ένα νέο πλαίσιο νόμων αποσκοπούντων να διατηρήσουν και να διαιωνίσουν την κυριαρχία της μεσαίας τάξης πάνω στις μάζες. Το κοινοβούλιό τους νομοθετεί δεξιά και αριστερά, και βουνά νόμων συσσωρεύονται με φοβερή ταχύτητα. Αλλά τι είναι όλοι αυτοί οι νόμοι κατά βάθος;

Το κύριο τμήμα δεν έχει παρά ένα θέμα - να προστατεύσει την ιδιωτική ιδιοκτησία, δηλαδή τον πλούτο που αποκτάται με την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Ο σκοπός του είναι να διανοίξει στο κεφάλαιο καινούργια πεδία για εκμετάλλευση και να επικυρώσει τις νέες μορφές που προσλαμβάνει συνεχώς αυτή η εκμετάλλευση, καθώς το κεφάλαιο κατακυριεύει τον ένα μετά τον άλλο τους κλάδους της ανθρώπινης δραστηριότητας: σιδηροδρόμους, τηλεγράφους, ηλεκτρικό φως, χημικές βιομηχανίες, την έκφραση της σκέψης του ανθρώπου στην λογοτεχνία και την επιστήμη κλπ. Το αντικείμενο των υπόλοιπων απ’ αυτούς τους νόμους είναι θεμελιωδώς το ίδιο. Υπάρχουν για να διατηρούν τη μηχανή της κυβέρνησης, η οποία χρησιμεύει για να εξασφαλίζει στο κεφάλαιο την εκμετάλλευση και το μονοπώλιο του παραγόμενου πλούτου. Οι δικαστές, η αστυνομία, ο στρατός, η δημόσια εκπαίδευση, το χρηματοδοτικό σύστημα, όλα υπηρετούν ένα θεό - το κεφάλαιο· όλα έχουν ένα μόνο στόχο - να διευκολύνουν την εκμετάλλευση του εργάτη από τον καπιταλιστή. Αναλύστε όλους τους νόμους που ψηφίζονται και δεν θα βρείτε παρά μόνο αυτό.

Η προστασία του προσώπου, η οποία προβάλλεται σαν η αληθινή αποστολή του νόμου, καταλαμβάνει ένα ανεπαίσθητο χώρο ανάμεσά τους, γιατί, στην υπάρχουσα κοινωνία, οι επιθέσεις κατά του προσώπου που υπαγορεύονται άμεσα από το μίσος και την κτηνωδία τείνουν να εξαφανιστούν. Σήμερα, αν δολοφονείται κάποιος, αυτό γίνεται συνήθως για να τον ληστέψουν. Αλλ’ αν αυτή η κατηγορία εγκλημάτων και παραβάσεων ελαττώνεται συνεχώς, σίγουρα δεν οφείλουμε αυτή την αλλαγή στη νομοθεσία. Οφείλεται στην ανάπτυξη του ανθρωπισμού στις κοινωνίες μας, στις αυξανόμενα κοινωνικές συνήθειες μάλλον, παρά στις εντολές των νόμων μας. Ανακαλέστε αύριο κάθε νόμο που ασχολείται με την προστασία του προσώπου και σταματήστε αύριο όλες τις δίκες για επίθεση, κι ο αριθμός των αποπειρών που υποκινούνται από προσωπική εκδίκηση και από κτηνωδία δεν θ’ αυξανόταν ούτε κατά μία περίπτωση.

Θα μας φέρουν ίσως την αντίρρηση ότι στη διάρκεια των τελευταίων πενήντα χρόνων, έχουν θεσμοθετηθεί πάρα πολλοί φιλελεύθεροι νόμοι. Αλλ’ αν αναλυθούν αυτοί οι νόμοι θ’ ανακαλυφθεί ότι αυτή η φιλελεύθερη νομοθεσία συνίσταται στην ανάκληση των νόμων που μας κληροδοτήθηκαν από την βαρβαρότητα των προηγούμενων αιώνων. Κάθε φιλελεύθερος νόμος, κάθε ριζοσπαστικό πρόγραμμα, μπορεί να συνοψισθεί σ’ αυτές τις λέξεις - κατάργηση των νόμων που ‘γιναν βαρετοί και στην ίδια την μεσαία τάξη, κι επιστροφή κι επέκταση σ’ όλους τους πολίτες ελευθεριών που υπήρχαν στους δήμους του δωδέκατου αιώνα. Η κατάργηση της θανατικής ποινής, η δίκη από ενόρκους για όλα τα "εγκλήματα" (υπήρχε ένα πιο φιλελεύθερο ορκωτό σύστημα στον δωδέκατο αιώνα), η εκλογή των δικαστών, το δικαίωμα να φέρει κανείς δημόσιους αξιωματούχους σε δίκη, η κατάργηση των μόνιμων στρατών, η δωρεάν εκπαίδευση κλπ., κάθε τι που τονίζεται σαν εφεύρεση του σύγχρονου φιλελευθερισμού, δεν είναι παρά επιστροφή στην ελευθερία, η οποία υπήρχε πριν η εκκλησία κι ο βασιλιάς βάλουν χέρι σε κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης ζωής.

Έτσι η προστασία της εκμετάλλευσης, άμεσα με νόμους πάνω στην ιδιοκτησία, κι έμμεσα με την διατήρηση του Κράτους, είναι και το πνεύμα και η ουσία των σύγχρονων κωδίκων μας, κι η μοναδική λειτουργία της πολυδάπανης νομοθετικής μηχανής μας. Αλλ’ είναι καιρός που έχουμε πάψει να ικανοποιούμαστε με απλές φράσεις και μάθαμε να εκτιμούμε την πραγματική τους σημασία. Ο νόμος, ο οποίος στην πρώτη εμφάνισή του παρουσιαζόταν σαν σύνοψη των εθίμων που ‘ναι χρήσιμα για την διατήρηση της κοινωνίας, γίνεται τώρα αντιληπτός σαν τίποτ’ άλλο από ένα όργανο για την διατήρηση της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας πάνω στις μοχθούσες μάζες από πλούσια παράσιτα. Σήμερα η πολιτιστική αποστολή του είναι τελείως ανύπαρκτη· δεν έχει παρά ένα στόχο: να υποστηρίζει την εκμετάλλευση.

Αυτά μας λέει η ιστορία ως προς την εξέλιξη του νόμου. Πάνω στη βάση αυτής της ιστορίας καλούμαστε να τον σεβαστούμε; Σίγουρα όχι. Δεν έχει περισσότερο δικαίωμα στο σεβασμό απ’ ότι το κεφάλαιο, ο καρπός της καταλήστευσης. Και το πρώτο καθήκον της επανάστασης θα ‘ναι να βάλει φωτιά σ’ όλους τους υπάρχοντες νόμους και σ’ όλους τους τίτλους ιδιοκτησίας.

Τα εκατομμύρια των νόμων, τα οποία υπάρχουν για την ρύθμιση της ανθρωπότητας, εμφανίζονται ύστερα από έρευνα να διαιρούνται σε τρεις βασικές κατηγορίες: προστασία της ιδιοκτησίας, προστασία των προσώπων, προστασία της κυβέρνησης. Κι αναλύοντας κάθε μια απ’ αυτές τις τρεις κατηγορίες φτάνουμε στο ίδιο λογικό κι αναγκαίο συμπέρασμα: το άχρηστο και το επιβλαβές του νόμου.

Οι σοσιαλιστές ξέρουν τι σημαίνει προστασία της ιδιοκτησίας. Οι νόμοι πάνω στην ιδιοκτησία δεν γίνονται για να εγγυηθούν είτε στο άτομο είτε στην κοινωνία την απόλαυση του προϊόντος της εργασίας τους. Απεναντίας, γίνονται για να ληστέψουν από τον παραγωγό ένα μέρος απ’ αυτό που ‘χει δημιουργήσει, και να εξασφαλίσουν σ’ ορισμένους άλλους ανθρώπους εκείνο το τμήμα του προϊόντος, το οποίο έχουν κλέψει είτε από τον παραγωγό είτε από την κοινωνία σαν όλο. Όταν, για παράδειγμα, ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμα του Κου τάδε σ’ ένα σπίτι, δεν καθιερώνει το δικαίωμά του σε μια καλύβα που ‘χει κτίσει για τον εαυτό του, ή σ ένα σπίτι που ‘χει οικοδομήσει με την βοήθεια κάποιων φίλων του. Σ’ αυτή την περίπτωση κανείς δεν θ’ αμφισβητούσε το δικαίωμά του. Απεναντίας, ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμά του σ’ ένα σπίτι, το οποίο δεν είναι προϊόν της εργασίας του· πρώτ’ απ’ όλα γιατί έχει βάλει άλλους να το κτίσουν για λογαριασμό του χωρίς να τους έχει πληρώσει την πλήρη αξία της εργασίας τους, και κατόπιν γιατί αυτό το σπίτι αντιπροσωπεύει μια κοινωνική αξία, την οποία δεν θα μπορούσε να παραγάγει για τον εαυτό του. Ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμά του σ’ ό,τι ανήκει στον καθένα γενικά και σε κανένα συγκεκριμένα. Το ίδιο σπίτι, κτισμένο στο μέσον της Σιβηρίας, δεν θα ‘χε την αξία που κατέχει σε μια μεγάλη πόλη, και, όπως ξέρουμε, αυτή η αξία προέρχεται από τον μόχθο κάπου πενήντα γενεών ανθρώπων που ‘χουν κτίσει την πόλη, την ομόρφυναν, την προμήθευσαν με νερό και φωταέριο, μ’ ωραίους δρόμους, κολέγια, θέατρα, καταστήματα, σιδηροδρόμους και λεωφόρους που οδηγούν σε κάθε κατεύθυνση. Έτσι, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα του Κου τάδε σ’ ένα συγκεκριμένο σπίτι στο Παρίσι, στο Λονδίνο ή στη Ρουέν, ο νόμος αποδίδει άδικα σ’ αυτόν ένα ορισμένο τμήμα της εργασίας της ανθρωπότητας εν γένει. Κι επειδή ακριβώς αυτή η ιδιοποίηση κι όλες οι άλλες μορφές ιδιοκτησίας που φέρουν τον ίδιο χαρακτήρα είναι μια κραυγαλέα αδικία, χρειάζεται ένα ολόκληρο οπλοστάσιο νόμων κι ένας ολόκληρος στρατός στρατιωτών, αστυνομικών και δικαστών για να την διατηρήσει ενάντια στο αίσθημα της λογικής και της δικαιοσύνης, που ‘ναι έμφυτα στην ανθρωπότητα.

Οι μισοί από τους νόμους μας - ο αστικός κώδικας σε κάθε χώρα - δεν εξυπηρετεί άλλο σκοπό από το να διατηρήσει αυτή την ιδιοποίηση, αυτό το μονοπώλιο, προς όφελος ορισμένων ατόμων κι ενάντια σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τα τρία τέταρτα των υποθέσεων που εκδικάζονται από τα δικαστήρια δεν είναι παρά φιλονικίες μεταξύ μονοπωλιστών - δύο ληστές που τσακώνονται για την λεία τους. Και πάρα πολλοί από τους ποινικούς μας νόμους έχουν κατά νου τον ίδιο στόχο, κι ο σκοπός τους είναι να κρατήσουν τον εργάτη σε μια υποτακτική θέση απέναντι στον εργοδότη του, κι έτσι να παράσχουν ασφάλεια για την εκμετάλλευση.

Ως προς την εγγύηση του προϊόντος της εργασίας του στον παραγωγό, δεν υπάρχουν νόμοι που έστω να επιχειρούν τέτοιο πράγμα. Είναι τόσο απλό και φυσικό, τόσο πολύ μέρος των τρόπων και των εθίμων της ανθρωπότητας, ώστε ο νόμος δεν το ‘χει σκεφτεί καν. Η ανοικτή ληστεία, με το ξίφος στο χέρι, δεν είναι γνώρισμα της εποχής μας. Ούτε ένας εργαζόμενος πάει ποτέ και φιλονικεί για το προϊόν της εργασίας του μ’ έναν άλλο. Αν έχουν μια διαφορά την διευθετούν προσεπικαλούμενοι ένα τρίτο πρόσωπο, χωρίς να καταφεύγουν στο νόμο. Το μόνο πρόσωπο που απαιτεί από έναν άλλο αυτό που ‘χει παράγει, είναι ο ιδιοκτήτης, που έρχεται και παίρνει την μερίδα του λέοντος. Όσο για την ανθρωπότητα εν γένει, παντού σέβεται το δικαίωμα καθένα σ’ ό,τι έχει δημιουργήσει, χωρίς την παρεμβολή κανενός ειδικού νόμου.

Καθώς όλοι οι νόμοι γύρω από την ιδιοκτησία, οι οποίοι απαρτίζουν παχείς τόμους κωδίκων κι είναι το καύχημα των νομικών μας, δεν έχουν άλλο στόχο από το να προστατεύσουν την άδικη ιδιοποίηση ανθρώπινης εργασίας από ορισμένους μονοπωλιστές, δεν υπάρχει κανένας λόγος για την ύπαρξή τους, και, την ημέρα της επανάστασης, οι κοινωνικοί επαναστάτες είναι ολοκληρωτικά αποφασισμένοι να βάλουν σ’ αυτούς ένα τέρμα. Πράγματι, είναι τελείως δικαιολογημένο να παραδοθούν στην πυρά όλοι οι νόμοι που αναφέρονται στα λεγόμενα "δικαιώματα ιδιοκτησίας", όλες οι δικαιοπραξίες, όλα τα κατάστιχα, με μια λέξη, όλα όσα συνδέονται μ’ οποιοδήποτε τρόπο μ ένα θεσμό, τον οποίο σύντομα θα βλέπουν σαν στίγμα στην ιστορία της ανθρωπότητας, τόσο ταπεινωτικό όσο κι η δουλεία ή η δουλοπαροικία των περασμένων αιώνων.

Οι παρατηρήσεις που μόλις έγιναν πάνω στους νόμους που αφορούν την ιδιοκτησία είναι εξ ίσου εφαρμόσιμες στη δεύτερη κατηγορία νόμων: σ’ εκείνους που αποσκοπούν στη διατήρηση της κυβέρνησης, δηλαδή στο συνταγματικό δίκαιο.

Τούτο πάλι είναι ένα τέλειο οπλοστάσιο νόμων, διαταγμάτων, πράξεων, διαταγών εν συμβουλίων  και χίλιων δυο άλλων, που όλα χρησιμεύουν να προστατεύσουν τις διάφορες μορφές αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, ανατεθειμένες ή υφαρπασμένες, κάτω από τις οποίες σφαδάζει η ανθρωπότητα. Ξέρουμε πολύ καλά - οι αναρχικοί το έχουν πολύ συχνά τονίσει στην διηνεκή κριτική τους των διάφορων μορφών κυβέρνησης, ότι η αποστολή όλων των κυβερνήσεων, μοναρχικών συνταγματικών ή δημοκρατικών, είναι να προστατεύσουν και να διατηρήσουν με τη βία τα συμφέροντα των κατεχουσών τάξεων, της αριστοκρατίας, του κλήρου και των εμπόρων. Ένα τρίτο των νόμων μας - και κάθε χώρα έχει μερικές δεκάδες χιλιάδες από δαύτους - οι θεμελιώδεις νόμοι πάνω στους φόρους, τους εσωτερικούς δασμούς, την οργάνωση των υπουργικών τμημάτων και των γραφείων τους, του στρατού, της αστυνομίας, της εκκλησίας κλπ., δεν έχουν άλλο σκοπό εκτός από το να διατηρούν και ν’ αναπτύσσουν την διοικητική μηχανή. Κι αυτή η μηχανή χρησιμεύει σχεδόν ολοκληρωτικά να προστατεύει τα συμφέροντα των κατεχουσών τάξεων. Αναλύστε όλους αυτούς τους νόμους, παρατηρείστε τους στην πράξη μέρα με τη μέρα και θα ανακαλύψετε ότι κανένας τους δεν αξίζει να διατηρηθεί.

Γύρω από τέτοιους νόμους δεν μπορούν να υπάρχουν δύο γνώμες. Όχι μόνο οι αναρχικοί, αλλ’ επίσης λίγο - πολύ οι επαναστάτες ριζοσπάστες συμφωνούν ότι η μόνη χρήση των νόμων που αφορούν την οργάνωση της κυβέρνησης είναι να τους ρίξουμε στη φωτιά.

Η τρίτη κατηγορία νόμων παραμένει να εξετασθεί· εκείνη που σχετίζεται με την προστασία του προσώπου και την εξιχνίαση και παρεμπόδιση του "εγκλήματος". Αυτή είναι η πιο σπουδαία γιατί συνδέονται μαζί της πολλές προκαταλήψεις· γιατί, αν το δίκαιο βρίσκει ένα ορισμένο ποσό σεβασμού, αιτία είναι η πεποίθηση ότι αυτό το είδος δικαίου είναι απόλυτα αναντικατάστατο για την διατήρηση της ασφάλειας στις κοινωνίες μας. Αυτοί είναι νόμοι που αναπτύχθηκαν από τον πυρήνα των εθίμων που ‘ναι χρήσιμα στις ανθρώπινες κοινότητες και τα οποία έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους κυβερνώντες για να καθαγιάσουν τη δική τους κυριαρχία. Η εξουσία των αρχηγών των φυλών, των πλούσιων οικογενειών στις πόλεις και του βασιλιά, εξαρτιόταν από τις δικαστικές τους λειτουργίες, κι ακόμη ως τις μέρες μας, όποτε γίνεται λόγος για την αναγκαιότητα της κυβέρνησης, εκείνο που υπονοείται είναι η λειτουργία της σαν ύπατου δικαστή. "Χωρίς κυβέρνηση, οι άνθρωποι θα κομμάτιαζαν ο ένας τον άλλο", υποστηρίζει ο ρήτορας του χωριού. "Ο απώτατος σκοπός κάθε κυβέρνησης είναι να εξασφαλίζει δώδεκα έντιμους ενόρκους σε κάθε κατηγορούμενο πρόσωπο", είπε ο Burke.

Λοιπόν, παρ’ όλες τις προκαταλήψεις που υπάρχουν στο παρόν θέμα, είναι καιρός οι αναρχικοί να κηρύξουν θαρραλέα αυτή την κατηγορία νόμων άχρηστη κι επιβλαβή όπως και την προηγούμενη.

Πρώτ’ απ’ όλα, ως προς τα λεγόμενα "εγκλήματα" - προσβολές κατά προσώπων - είναι καλά γνωστό ότι τα δύο τρίτα, και συχνά τα τρία τέταρτα, τέτοιων "εγκλημάτων" υποκινούνται από την επιθυμία να αποκτήσει κανείς την κατοχή του πλούτου κάποιου άλλου. Αυτή η τεράστια κατηγορία των λεγόμενων "εγκλημάτων και παραβάσεων" θα εξαφανιστεί την ημέρα που η ιδιωτική ιδιοκτησία θα πάψει να υπάρχει. "Αλλά", θα λεχθεί, "θα υπάρχουν πάντα κτήνη, τα οποία θα βλάψουν τις ζωές των συμπολιτών τους, τα οποία θα βάλουν τα χέρια τους στο μαχαίρι σε κάθε φιλονικία και θα εκδικηθούν τη μηδαμινότερη προσβολή με φόνο, αν δεν υπάρχουν νόμοι να τους συγκρατήσουν και ποινές να τους αποτρέψουν". Αυτή η επωδός επαναλαμβάνεται κάθε φορά που το δικαίωμα της κοινωνίας να τιμωρεί αμφισβητείται.

Ωστόσο υπάρχει ένα γεγονός σχετικά μ’ αυτό το θέμα, το οποίο σήμερα είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Η δριμύτητα της ποινής δεν ελαττώνει την ποσότητα των εγκλημάτων. Κρεμάστε, κι αν σας αρέσει κομματιάστε τους δολοφόνους, κι ο αριθμός των φόνων δεν θα μειωθεί ούτε κατά ένα. Από την άλλη μεριά, καταργείστε την ποινή του θανάτου και δεν θα υπάρξει ούτε ένας φόνος παραπάνω· θα υπάρξουν λιγότεροι. Οι στατιστικές το αποδείχνουν. Αλλ’ αν η σοδειά είναι καλή, το ψωμί φτηνό κι ο καιρός αίθριος, ο αριθμός των φόνων αμέσως μειώνεται. Αυτό πάλι αποδείχνεται από την στατιστική. Η ποσότητα των εγκλημάτων αυξάνει και ελαττώνεται πάντοτε κατ’ αναλογία με την τιμή των αγαθών και την κατάσταση του καιρού. Όχι ότι όλοι οι φονιάδες παρακινούνται από την πείνα. Τούτο δεν συμβαίνει. Αλλ’ όταν η σοδειά είναι καλή και τα αγαθά βρίσκονται σε προσιτή τιμή, κι όταν ο ήλιος λάμπει, οι άνθρωποι, πιο ανάλαφροι στη διάθεση και λιγότερο μίζεροι από συνήθως, δεν δίνουν διέξοδο σε σκοτεινά πάθη και δεν καρφώνουν το μαχαίρι στο στήθος του συνανθρώπου τους για ασήμαντες αφορμές.

Επί πλέον, είναι επίσης ένα πολύ γνωστό γεγονός ότι ο φόβος της τιμωρίας δεν έχει ποτέ σταματήσει έστω κι ένα δολοφόνο. Αυτός που σκοτώνει τον γείτονά του από εκδίκηση ή αθλιότητα δεν σκέφτεται πολύ για τις συνέπειες· κι υπήρξαν ελάχιστοι δολοφόνοι που δεν ήταν ακλόνητα πεπεισμένοι ότι θα διέφευγαν την δίωξη.

Χωρίς να μιλήσουμε για μια κοινωνία στην οποία ο άνθρωπος θα λαβαίνει καλύτερη εκπαίδευση, στην οποία η ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων του κι η δυνατότητα να τις εξασκήσει, θα του προσφέρει τόσες απολαύσεις, ώστε δεν θα ζητά να τις δηλητηριάσει με τύψεις - ακόμη και στην κοινωνία μας, ακόμη και μ’ εκείνα τα ζοφερά προϊόντα της αθλιότητας που βλέπουμε στα καπηλειά των μεγάλων πόλεων - την ημέρα που δεν θα επιβάλλεται καμιά ποινή στους δολοφόνους, ο αριθμός των φόνων δεν θ’ αυξηθεί ούτε κατά μια περίπτωση. Κι είναι άκρως πιθανό ότι, απεναντίας, θα μειωθεί κατά όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οφείλονται σήμερα σε εγκληματίες καθ’ έξιν, οι οποίοι έχουν αποκτηνωθεί στις φυλακές.

Μας μιλάνε συνεχώς για τα ευεργετήματα που συνεπιφέρει ο νόμος και τα ευεργετικά αποτελέσματα των ποινών, αλλά έχουν ποτέ οι ρήτορες επιχειρήσει να ζυγίσουν τα ευεργετήματα που αποδίδονται στους νόμους και τις ποινές και την εξαχρειωτική επίδραση αυτών των ποινών πάνω στην ανθρωπότητα; Υπολογίστε μόνο τα κακά πάθη που ξύπνησαν στην ανθρωπότητα από τις θηριώδεις ποινές που επιβάλλονταν άλλοτε στους δρόμους! Ο άνθρωπος είναι το σκληρότερο ζώο πάνω στη γη. Αλλά ποιος υποβοήθησε κι ανέπτυξε τα σκληρά ένστικτα που ‘ναι άγνωστα ακόμη κι ανάμεσα στους πιθήκους, αν δεν είναι ο βασιλιάς, ο δικαστής κι οι παπάδες, οπλισμένοι με το νόμο, που ‘καναν την σάρκα κομμάτια, που ‘βραζαν πίσσα για να την χύσουν στις πληγές, που αποσπούσαν μέλη, που συνέτριβαν κόκαλα, που πριόνιζαν ανθρώπους για να διατηρήσουν την εξουσία τους; Υπολογίστε μονάχα τον χείμαρρο εξαχρείωσης που ξεχύνεται στην ανθρώπινη κοινωνία με το «κάρφωμα», που ενθαρρύνεται από τους δικαστές, που πληρώνεται αδρά από τις κυβερνήσεις, υπό το πρόσχημα ότι βοηθά στην ανακάλυψη του "εγκλήματος". Πηγαίνετε στις φυλακές και μελετήστε τι γίνεται ο άνθρωπος όταν στερείται την ελευθερία του και κλείνεται μ’ άλλα εξαθλιωμένα όντα, βουτηγμένος στην εξαχρείωση και την διαφθορά που αναδύεται κι από τους ίδιους τους τοίχους των υπαρχουσών φυλακών μας. Θυμηθείτε μονάχα ότι όσο περισσότερο αναμορφώνονται οι φυλακές, τόσο πιο αποκρουστικές γίνονται. Τα υποδειγματικά μας σύγχρονα αναμορφωτήρια είναι εκατό φορές πιο φρικτά από τα μπουντρούμια του μεσαίωνα. Τελικά, σκεφτείτε τι διαφθορά, τι εξαχρείωση μυαλού συντηρείται ανάμεσα στους ανθρώπους από την ιδέα της υπακοής, αυτή τούτη την ουσία του νόμου· της τιμωρίας· της εξουσίας που ‘χει το δικαίωμα να τιμωρεί, να κρίνει ανεξάρτητα από την συνείδησή μας και την εκτίμηση των φίλων μας· της αναγκαιότητας για δήμιους, δεσμοφύλακες και πληροφοριοδότες - κοντολογίς, απ’ όλες τις ιδιότητες του νόμου και της εξουσίας. Σκεφτείτε τα όλ’ αυτά και σίγουρα θα συμφωνήσετε μαζί μας, ότι ο νόμος που επιβάλλει ποινές είναι μια βδελυγμία που θα ‘πρεπε να πάψει να υπάρχει.

Λαοί χωρίς πολιτική οργάνωση, κι επομένως λιγότερο εξαχρειωμένοι από εμάς, έχουν καταλάβει τέλεια ότι ο άνθρωπος που αποκαλείται "εγκληματίας" είναι απλώς άτυχος· ότι το φάρμακο δεν είναι να τον μαστιγώσουμε, να τον αλυσοδέσουμε, ή να τον σκοτώσουμε στην αγχόνη ή την φυλακή, αλλά να τον βοηθήσουμε με την πιο αδελφική φροντίδα, με μεταχείριση βασισμένη στην ισότητα, με τα ήθη της ζωής ανάμεσα σ’ έντιμους ανθρώπους. Ελπίζουμε στην επόμενη επανάσταση τούτη η κραυγή θ’ ακουστεί "Κάψτε τα ικριώματα· γκρεμίστε τις φυλακές· καταργείστε τους δικαστές, τους αστυνόμους και τους πληροφοριοδότες - την πιο βρώμικη ράτσα επί του προσώπου της γης· μεταχειριστείτε σαν αδερφό τον άνθρωπο που ‘χει οδηγηθεί από το πάθος να κάνει κακό στους συνανθρώπους σας· πάνω απ’ όλα, αφαιρέστε από τα χαμερπή προϊόντα της οκνηρίας της μεσαίας τάξης την δυνατότητα να επιδείχνουν τα βίτσια τους με φανταχτερά χρώματα· και να ‘στε βέβαιοι ότι ελάχιστα εγκλήματα θ’ αμαυρώσουν την κοινωνία μας".

Τα κύρια στηρίγματα του εγκλήματος είναι ο παρασιτισμός σε βάρος των άλλων, ο νόμος κι η εξουσία· νόμοι για την ιδιοκτησία, νόμοι για την κυβέρνηση, νόμοι για ποινές και παραβάσεις· και εξουσία, που παίρνει το δικαίωμα να κατασκευάζει αυτούς τους νόμους και να τους εφαρμόζει...

Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

~ Άτιτλο ~

Ρημάζοντας τις νύχτες των μητροπόλεων
Κάνοντας σάλτο πίσω από τους φιλήσυχους δρόμους σας
Ενοχλώντας τους ύπνους σας
Και τα ψεύτικα, γεμάτα απληστία όνειρά σας...
Φυτρώσαμε ξαφνικά από το πουθενά και το τίποτα...
Φυτρώσαμε εκεί που δε μας σπείρανε
Σε καμένη γη
Γιατί έτσι είναι η γη που ζούμε
Και όποιος δεν τη βλέπει
Απλά κάνει ότι δεν τη βλέπει
Τα γεμάτη αγάπη συναισθήματά μας
Και οι καθαρές συνειδήσεις μας
Δε σταματάνε πουθενά...
Απαρνιόμαστε την κανονικότητα της βιτρινιάρικης ζωής σας
Τις πλαστές κοινωνικές σχέσεις σας
Την ίδια κοινωνία που ζείτε που επιλέξατε με τη θέλησή σας να ζείτε
Και συνεχίζετε να ζείτε
Και να ψηφίζετε τους μαλάκες που φυλακίζουν
Που βιάζουν
Που δέρνουν
Που νομίζουν ότι φιμώνουν...


Προχθές είδα πολλά χέρια σε ένα παράθυρο με κάγκελα να χαιρετάνε
Πως χωράνε τόσα χέρια σε ένα παράθυρο;
Δεν σας νοιάζει
Δεν είδατε αυτό που είδα
Ούτε ποτέ θα το δείτε
Δεν είστε παρά μόνο εμπόδια στο δρόμο μας
Στρατευμένα
Κοινωνικά κοιμισμένα εμπόδια
Που δέχονται εντολές...
Εμείς φυτρώσαμε ενοχλητικά ανάμεσά σας
Στόχος μας  είναι η καταστροφή των εμποδίων που δεν μας αφήνουν
Να ζούμε με αξιοπρέπεια
Είτε τα εμπόδια είναι υλικά
Είτε όχι
Οι συνειδήσεις μας, μας καλούν στον αφανισμό τους
Για ζωή χωρίς όρια
Χωρίς φυλακές και εμπόδια...
Μέχρι το τέλος, μέχρι το μηδέν...

Από τη μποσούρα "Μηδενιστική Πορεία για τη διάχυση της Φωτιάς και του Χάους"

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Κινητοποιήσεις Ελληνικών Φυλακών 2014

Zωές ~ Αρθούρος Ρεμπώ

I
Ω Τεράστιες λεωφόροι του αγίου τόπου, ταράτσες του ναού! Τι τον κάνανε τον βραχμάνο που μας εξήγησε τις Παροιμίες; Από τον καιρό εκείνο, από κει κάτω, βλέπω ακόμα και τις γριές!
Θυμούμαι τις ώρες από ασήμι και ήλιο προς τα ποτάμια, με το χέρι της εξοχής πάνω στον ώμο μου, και τα χάδια μας όρθια στις πιπεράτες πεδιάδες. Μια πτήση από άλικα περιστέρια βροντά γύρω από τη σκέψη μου. Εξόριστος εδώ, είχα μια σκηνή όπου να παίζω τα δραματικά αριστουργήματα όλων των λογοτεχνιών. Θα σας έδειχνα τα ανήκουστα πλούτη. Παρατηρώ την ιστορία των θησαυρών που βρήκατε. Βλέπω τη συνέχεια!
Η σοφία μου είναι τόσο περιφρονημένη όσο και το χάος.
Τι είναι το μηδέν μου, δίπλα στη νάρκωση που σας περιμένει;

ΙΙ
Είμαι ένας εφευρέτης που άξιζα πολύ διαφορετική τύχη απ' όλους αυτούς που προηγήθηκαν, ακόμα ένας μουσικός, που βρήκα κάτι όπως το κλειδί του έρωτα. Τώρα, ευπατρίδης μιας τραχιάς πεδιάδας με λιτό ουρανό, προσπαθώ να συγκινηθώ με την ανάμνηση της ζητιάνας παιδικής ηλικίας, της μαθητείας ή ενός ερχομού με ξυλοπάπουτσα, της πολεμικής, των πέντε ή έξι χηρειών, και μερικών γάμων όπου το γερό μου μυαλό με εμπόδισε ν' ανεβώ στο διαπασών των συμμαθητών. Δε νοσταλγώ το παλιό μου μερίδιο από θεϊκή χαρά, ο φειδωλός αέρας αυτής της τραχιάς πεδιάδας τροφοδοτεί πολύ δραστήρια το βάναυσο μου σκεπτικισμό. Αλλά καθώς ο σκεπτικισμός αυτός δεν μπορεί εφεξής να κινητοποιηθεί, και αφού εξάλλου είμαι αφιερωμένος σε μια καινούρια συγκίνηση, περιμένω να γίνω ένας τρελός πολύ μοχθηρός.


III
Σε μιά σοφίτα όπου κλείστηκα δώδεκα χρονών γνώρισα τον κόσμο, λάμπρυνα την ανθρώπινη κωμωδία. Σ' ένα κελάρι έμαθα ιστορία. Σε κάποια νυχτερινή γιορτή σε μια πολιτεία του Βορρά αντάμωσα όλες τις γυναίκες των παλιών ζωγράφων. Σε μια παλιά στοά στο Παρίσι μου δίδαξαν τις κλασικές επιστήμες. Σε μια μεγαλοπρεπή κατοικία κυκλωμένη από την Ανατολή ολάκερη εκπλήρωσα το απέραντο έργο μου και πέρασα τη λαμπρή μου αποστρατεία. Ανάμιξα το αίμα μου. Το χρέος μου μου το ανάθεσαν. Δεν πρέπει ούτε πια να σκεφτόμαστε αυτό.
Στην πραγματικότητα είμαι πέρα από τον τάφο και δεν έχω κέρδη...

Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

Το Βασίλειο των Σκιών ~ Hans Magnus Enzensberger

Ι
Εδώ βλέπω ακόμα μια θέση
Μια ελεύθερη θέση, εδώ στη σκιά.

ΙΙ
Aυτή η σκιά
Δεν είναι για πούλημα.

ΙΙΙ
Κι η θάλασσα μπορεί να ρίχνει σκιά
Κι ο χρόνος.

ΙV
Οι πόλεμοι των σκιών είναι παιχνίδια
Καμιά σκιά δε στέκεται στο φως της άλλης.

V
Όποιος ζει στη σκιά δε σκοτώνεται εύκολα.


Για λίγο βγαίνω απ' τη σκιά μου, για λίγο.

VΙΙ
Όποιος θέλει να κοιτάξει το φως όπως είναι
Πρέπει ν' αποσυρθεί στη σκιά.

VΙΙΙ
Σκιά πιο λαμπρή απ' τον ήλιο
Δροσερή σκιά της ελευθερίας.

ΙΧ
Όλος στη σκιά, η σκιά μου χάνεται.

Χ
Στη σκιά πάντα υπάρχει θέση.

Ο Τρίτος ~ Γιάννης Ρίτσος

Κάθονταν κι οι τρεις στο παράθυρο, κοιτώντας τη θάλασσα.
Ο ένας μιλούσε για τη θάλασσα. Ο δεύτερος άκουγε.
Ο τρίτος ούτε μιλούσε, ούτε άκουγε ΄βρισκόταν στο βυθό της θάλασσας΄ έπλεε.
Πίσω απ' τα τζάμια φαίνονταν αργές, διαυγείς οι κινήσεις του μες στο αραιό γαλάζιο. Εξερευνούσε ένα ναυαγισμένο πλοίο.
Χτύπησε το νεκρό καμπανάκι της βάρδιας, λεπτές φυσαλίδες ανέβαιναν σπάζοντας με ήσυχους ήχους.
Άξαφνα "πνίγηκε;" ρώτησε ο ένας΄ ο άλλος "πνίγηκε", είπε.
Ο τρίτος απ' το βυθό του τους κοίταξε αβοήθητος, όπως κοιτούν τους πνιγμένους...

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Η Μοναξιά ~ Leo Ferre



Είμαι από μία χώρα αλλιώτικη απ’ την δική σας

μία αλλιώτικη γειτονιά μία αλλιώτικη μοναξιά
ανακαλύπτω απόψε δρόμους που θα διαβώ
του δικού σας κόσμου πια δεν είμαι
μα προσμένω αποτελέσματα μεταλλάξεων
βιολογικά βολεμένος με την ιδέα που έχω
για την βιολογία κατουράω, χύνω και κλαίω
υπάρχει άραγε κάποια ανάγκη να φτιάξουμε τις ιδέες μας
λες και τάχα ήταν βιομηχανοποιημένα προϊόντα;
εγώ έτοιμος είμαι πάντως να σας προμηθεύσω τα καλούπια
μα…
η μοναξιά…
τα καλούπια αυτά είναι καινούργιου τύπου,
σας το λέω πως χύθηκαν αύριο το πρωϊ
κι αν δεν διαθέτετε απ’ απόψε την σχετική αίσθηση διάρκειας
δεν κάνει να σας την μεταδώσω
και είν’ ανώφελο να κοιτάζετε μπρος
γιατί το μπρος είναι τελικά πίσω και η νύχτα μέρα
και…
η μοναξιά…
είναι απόλυτη ανάγκη τ’ αυτόματα πλυντήρια στις γωνίες των δρόμων
να μείνουν ελεύθερα σαν τους σηματοδότες
οι μπάτσοι της λευκότητας να σας υποδείχνουν
το σε ποιο κουτί σας επιτρέπεται να πλύνετε
εκείνο που εκλαμβάνετε για συνείδησή σας
αλλά δεν είναι παρά ένας εθισμός του όργανου του νευροφυτικού
που χρησιμεύει γα εγκέφαλός σας
και όμως…
η μοναξιά…
η απελπισία είναι η ύψιστη μορφή κριτικής
για την ώρα ας την πούμε συμβατικά «ευτυχία»
οι λέξεις που ξεστομίζετε δεν είναι πια «οι λέξεις»
μα κάποιο είδος αγωγού για ν’ αποκτήσουν καλή συνείδηση
οι αναλφάβητοι, μα…
η μοναξιά…
ο αστικός κώδικας αλλά γι’ αυτόν αργότερα ας τα πούμε
γιατί τώρα θα ’θελα να συστηματοποιήσω το ασυστηματοποίητο
θα ’θελα να μετρήσω τις δαναϊδες δημοκρατίες σας
θα ’θελα να κλειστώ στο απόλυτο κενό και να γίνω
το ανείπωτο, το μη πραγματοποιήσιμο
το μη αγνό μέσα στην έλλειψη κάθε διαύγειας.
Η διαύγεια κρύβεται μες στα παντελόνια μου.


24 Αυγούστου 1916 – Castellina-in-Chianti Toscane, 14 Ιουλίου 1993). Γάλλος ποιητής του έρωτα και της αναρχίας, μουσικός συνθέτης και τραγουδιστής.
…ακόμη και στη ημέρα του θανάτου του, αναρχικός ήταν… 14 Ιούλη, η ημέρα της γαλλικής Επανάστασης, η εθνική τους γιορτή…

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Severino Di Giovanni

Αυτός που δεν έχει τα προς το ζειν δεν πρέπει ούτε να αναγνωρίζει ούτε να σέβεται την ιδιοκτησία των άλλων.
Οι αρχές του κοινωνικού συμβολαίου παραβιάζονται με δυσμενή γι' αυτόν τρόπο...

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Ο Τρελός ~ Χαλίλ Γκιμπράν

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, σκοτεινός και γυμνός. Περπατώ στο φλογοστρωμένο μονοπάτι που είναι πάνω από τους οπτασιασμούς μου, κι οπουδήποτε το πόδι μου αγγίζει χώμα μια γιγάντισσα βελανιδιά φυτρώνει.

" Όχι, δεν είσαι σαν εμένα, ω, Τρελέ, γιατί εσύ ακόμη κοιτάζεις πίσω σου, να δεις πόσο τρανό είναι το ίχνος του ποδιού σου που άφησες στην άμμο. "

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, σιγηλός και βαθύς. Και στην καρδιά της μοναξιάς μου πλαγιάζει μια θεά, σε –γέννας μιας - κρεβάτι. Και για αυτό που γεννιέται ο Ουρανός αγγίζει την Κόλαση.

" Όχι, δεν είσαι σαν εμένα, ω, Τρελέ, γιατί εσύ ωχριάς ακόμη μπρος στον πόνο, και το τραγούδι της αβύσσου τρόμους σου φέρνει. "

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, άγριος και φοβερός. Γιατί στ'’ αυτιά μου μυρμηγκιάζουν οι κραυγές εθνών κατακτημένων κι αναστενάγματα λησμονημένων τόπων.

" Όχι, δεν είσαι σαν εμένα, ω, Τρελέ, γιατί εσύ ακόμα παίρνεις τον μικρό – εαυτό σου, για σύντροφο, και δεν μπορείς να φιλιώσεις με τον τερατώδη εαυτό σου. "

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, σκληρός και απαίσιος. Γιατί τα στήθια μου πυρακτώνονται από φλεγόμενα καράβια στη θάλασσα, και είναι αιματοβαμμένα τα χείλη μου, από αίματα πολεμιστών σφαγμένων.

" Όχι, δεν είσαι σαν εμένα, ω, Τρελέ. Γιατί η επιθυμία σου για μια αδελφή ψυχή ακόμη σε δυναστεύει κι εσύ δεν έχεις γίνει ακόμη αυτό-νόμος, για σένα."

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, χαρωπός και ευτυχισμένος, γιατί εκείνος που κατοικεί στην σκιά μου είναι τώρα μεθυσμένος με παρθενικό κρασί, αγιοσύνης, κι εκείνη που με ακολουθεί αμαρτάνει περίχαρα.

" Όχι, δεν είσαι σαν εμένα, ω, Τρελέ, γιατί η ψυχή σου διπλωμένη είναι, σ’' εφτάδιπλα πέπλα, και δεν κρατάς την καρδιά σου στο ίδιο σου το χέρι. "

Είμαι σαν εσένα, ω, Νύχτα, υπομονετικός κι όλο πάθος, γιατί στα στήθια μου: μια χιλιάδα νεκροί εραστές, είναι θαμμένοι – σαβανωμένοι με φιλιά μαραμένα.

" Ναι, Τρελέ, είσαι σαν εμένα; Είσαι σαν εμένα; Και μπορείς εσύ να ιππέψεις την καταιγίδα σαν άτι, και ν'’ αδράξεις τον κεραυνό σαν σπαθί; "

Σαν εσέ, ω, Νύχτα, σαν εσέ, δυνατός κι αψηλός, κι ο θρόνος μου είναι θεμελιωμένος πάνω σε σωρούς πεσμένων Θεών. Κι ακόμα, μπροστά μου διαβαίνουν οι μέρες για να φιλήσουν τον ακρόγυρο του μανδύα μου, μα ουδέποτε για ν'’ ατενίσουν το πρόσωπό μου.

" Είσαι σαν εμέ, παιδί της πιο σκοταδιασμένης καρδιάς μου; Και σκέφτεσαι τις πιο ακαταδάμαστες σκέψεις μου και μιλάς τη γιγάντισσα γλώσσα μου; "

Ναι, είμαστε δίδυμα αδέλφια, ω, Νύχτα, γιατί εσύ αποκαλύπτεις το διάστημα κι εγώ την ψυχή μου...


Κουλτούρες της Νύχτας ~ Bryan D. Palmer

Αγαπώ τη νύχτα και πολλούς από τους ανθρώπους της που υπερβαίνουν τα όρια.
Αυτές είναι οι ώρες που ζω, εγώ και τόσοι άλλοι με τους οποίους μας συνδέει ένας λεπτός και συνήθως σιωπηλός δεσμός.

Κοιτάζω μέσα στη νύχτα, διασχίζω ψηλαφητά το πυκνό σκοτάδι της και τα θολά απαγορευμένα οράματά της σημαίνει ότι βλέπω με διάφορους τρόπους ευκρίνειας το θέαμα και τους χώρους μιας ικανότητας ανανέωσης που είναι σκανδαλιστικά προκλητική και εξαιρετικά πολύμορφη, στιγμές από τη δημιουργία ενός πραγματικά καινούριου κόσμου.

Η νύχτα υπάρχει εκεί όπου ότι εναντιώνεται σε αυτή τη συμβατική σοφία βρίσκει συχνά χώρο να αναπτυχθεί και να γρυλίσει, χώρο φιλόξενο όπου, μες τις σκιές και τα σκοτάδια του, η καταπιεσμένη για μεγάλο διάστημα φωνή της υποκειμενικότητας βρίσκει μια σπάνια έκφραση. Η νύχτα ως περιοχή αποδόμησης όσο και ως υπόστατος χώρος και χρόνος όπου δίνονται οι πανταχού παρόντες αγώνες της καθημερινής ζωής σε έδαφος που παρείχε ελαφρώς περισσότερες δυνατότητες εμπλοκής των καταπιεσμένων και των θυμάτων της.

Αυτή η απόγνωση και αυτά τα όνειρα τοποθετούνται στο πλαίσιο της ανόδου και του μετασχηματισμού του παγκόσμιου καπιταλισμού, καθοριστικού της ανθρώπινης εμπειρίας στο νεωτερικό κόσμο. Σε αυτό το πλαίσιο εξακολουθούμε να ζούμε και να αγωνιζόμαστε. Με μεταφορικούς όρους, οι δυνάμεις της καπιταλιστικής ημέρας προαναγγέλλουν πάντα τις παραβατικές, περιθωριακές και εναλλακτικές κουλτούρες της νύχτας.

Υπάρχουν επομένως αδιαμφισβήτητοι συνδετικοί ιστοί που διατρέχουν το πυκνό σκοτάδι των ιστοριών της νύχτας, υλιστικοί κρίκοι στις αλυσίδες που πρέπει να αποτινάξουν άντρες και γυναίκες αν θέλουν οι ημέρες τους, όπως και οι νύχτες τους, να είναι πραγματικά ελεύθερες...


Ο Γείτονας ~ Bertolt Brecht

Είμαι ο γείτονας. Εγώ τον κατάγγειλα.
Στο σπίτι μας δε θέλουμε ταραχοποιούς.

Όταν εμείς κρεμάσαμε απ' έξω τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό
Αυτός δε κρέμασε τη δικιά του
Κι όταν γι' αυτό τον προκαλέσαμε
Μας ρώτησε αν στην τρύπα μας
Που μένουμε με τέσσερα παιδιά
Έχει ακόμα χώρο για ένα σημαιοκόνταρο.
Σαν είπαμε πως πάλι πιστεύαμε στο μέλλον
Έβαλε τα γέλια.

Τ' ότι στη σκάλα τον χτυπούσαν
Δε μας άρεσε. Του σκίσανε τη φόρμα.
Αυτό δεν ήταν αναγκαίο. Φορμες τόσες πολλές
Κανείς μας δε διαθέτει.

Μα τώρα πήρε πόδι τουλάχιστο, και το στο σπίτι βασιλεύει ησυχία.
Αρκετές έγνοιες βαραίνουν το κεφάλι μας, πρέπει
Τουλάχιστο να 'χουμε ησυχία.

Βλέπουμε κιόλας πως κάμποσοι άνθρωποι
Γυρνάνε αλλού το βλέμμα σαν μας συναντάνε.
Μα αυτοί που ήρθαν και τον πιάσανε, μας λένε
Ότι φερθήκαμε σωστά...

Τα ίχνη του κτήνους ~ Παραποιημένος μύθος του Αισώπου

Υπήρχε κάποτε ένα κτήνος φοβερό στην όψη και ακόμα πιο τρομερό στη δύναμη. Το κτήνος κατέστρεφε τα πάντα στο πέρασμά του. Τότε κάποιοι λίγοι μαχητές αποφάσισαν να το πολεμήσουν. Η μάχη ήταν σκληρή και άνιση, όμως οι μαχητές είχαν πείσμα. Κάποιοι έχασαν τη ζωή τους και άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι του κτήνους. Όμως δεν τα παράτησαν… Τον ίδιο καιρό κυκλοφορούσε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό μια παρέα ευγενών με χρυσοκεντημένα φορέματα που τους άρεσε να διαδίδουν φήμες.

Η φήμη που είχαν φτιάξει για τον εαυτό τους έλεγε πως οι ίδιοι ήταν δεινοί πολεμιστές με μεγάλη εμπειρία και αναζητούσαν απεγνωσμένα το κτήνος για να το συντρίψουν. Επειδή ήταν μορφωμένοι και γνώριζαν το παιχνίδι με τις λέξεις συχνά θάμπωναν τους χωρικούς και τον απλό λαό που τους θεωρούσε ένδοξους και τρανούς. Έτσι η παρέα των ευγενών που γυρνούσαν από καπηλειό σε καπηλειό, διηγούνταν φανταστικές μάχες, χλεύαζαν τους μαχητές που είχαν πέσει ή είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι και πάντα ρώταγαν με ύφος αν κάποιος είχε δει τα ίχνη του κτήνους που κυνηγούσαν. Όμως το κτήνος δεν άφηνε ίχνη. Έτυχε λοιπόν μια φορά σε ένα μικρό χωριό που είχαν κάτσει να ξεκουραστούν από την κραιπάλη της προηγούμενης νύχτας να αρχίσουν πάλι τις ίδιες ιστορίες. Ρωτούσαν από δω ρωτούσαν από κει αν είχε δει κάποιος τα ίχνη του κτήνους αποσπώντας τον θαυμασμό για τη δήθεν γενναιότητά τους και τη σοφία τους σε αντίθεση με τους αφελείς και απρόσεκτους μαχητές που έπιασε το κτήνος. Τότε εμφανίστηκε ένα μικρό παιδί που τραβώντας από το χρυσοκεντημένο φόρεμα τον πιο φωνακλά από την παρέα των ευγενών του είπε “Ψάχνετε για τα ίχνη του κτήνους;”. Ο φωνακλάς ευγενής μη δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στο μικρό απάντησε αδιάφορα “Ασφαλώς, αλλά δυστυχώς κανείς δεν το έχει δει…” και συνέχισε να καγχάζει και να γελάει. Τότε το μικρό παιδί με σταθερή φωνή του είπε δυνατά για να το ακούσουν όλοι “Δεν έχω δει τα ίχνη του κτήνους, αλλά ξέρω τα ανάκτορά του και μπορώ να σας πάω τώρα εκεί…”. Ξαφνικά επικράτησε σιωπή, κόπηκαν τα γέλια και η παρέα των ευγενών κοιτάχτηκε αμήχανα. Ο κόσμος που τους έβλεπε άρχισε να αναρωτιέται τι θα κάνουν και οι πιο αφελείς χαμογελούσαν και πίστεψαν πως η παρέα των ευγενών θα σκοτώσει το κτήνος και θα δώσει τέλος στην τυραννία τους. Όμως οι ευγενείς ζάρωσαν, τώρα τα χρυσοκεντημένα φορέματά τους έμοιαζαν με μπαλωμένα κουρέλια και αυτός που πριν φώναζε και προκαλούσε με τα λόγια σε μάχη το κτήνος απάντησε οπισθοχωρώντας με ψιθυριστή φωνή όμοια με φωνή φιδιού “Μα εμείς δεν ψάχνουμε το κτήνος, μόνο τα ίχνη του αναζητάμε…”. Και τότε η παρέα των ευγενών που έμοιαζαν με δειλές σκιές έφυγαν και κανείς δεν ξανάκουσε για αυτούς.

Αφιερωμένο σε όλους αυτούς τους δειλούς που με ύφος επαγγελματία επαναστάτη από την ασφάλεια της απραξίας τους χλευάζουν και αγανακτούν με τα “λάθη” των συντρόφων που πιάστηκαν αιχμάλωτοι του κτήνους - κράτους και της κοινωνίας του. Είναι αυτοί οι ευγενείς “επαναστάτες” της θεωρίας που αναζητούν τα ίχνη της επανάστασης όχι όμως τον ίδιο τον πόλεμο με την εξουσία της κοινωνικής μηχανής. Το ψέμα τους πάντα ξεθωριάζει…

Απόσπασμα από την προκήρυξη Σχέδιο Φοίνικας, 7 πράξεις και 1 απολογισμός από Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς - πυρήνας φυλακής

Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Στον αναγνώστη ~ Charles Baudelaire

 

Η ανοησία, τ᾿ αμάρτημα, η απληστία κι η πλάνη
Κυριεύουνε τη σκέψη μας και φθείρουν το κορμί μας
Κι ευχάριστα τις τύψεις μας θρέφουμε στην ψυχή μας
Καθώς που θρέφουν πάνω τους τις ψείρες οι ζητιάνοι...

Στα μετανιώματα άναντροι κι αμαρτωλοί ως την άκρια
Ζητάμε πληρωμή ακριβή για κάθε μυστικό μας
Και ξαναμπαίνουμε εύκολα στο βούρκο τον παλιό μας
Θαρρώντας πως ξεπλένεται με τα δειλά μας δάκρυα...

Πάνω απ᾿ το προσκεφάλι μας ο Σατανάς γερμένος
Πάντα στα μάγια του Κακού το νου μας νανουρίζει
Την πιο ατσαλένια θέληση μεμιάς την εξατμίζει
Αυτός ο Μέγας χημικός, ο Τετραπερασμένος...

Ὁ Διάολος, το νήμα αυτός κρατά που μας κουνάει!
Τα πράματα τα βρωμερά πιότερο τ᾿ αγαπάμε
Κι όλο και προς την Κόλαση κάθε στιγμή τραβάμε
Με δίχως φρίκη, ανάμεσα στο σκότος που βρωμάει...

Σαν το φτωχό ξεφαντωτή που πιπιλά με ζάλη
Μιας παλιάς πόρνης αγκαλιά χιλιοβασανισμένη
Κλεφτά αρπάζουμε κι εμείς καμιά ηδονή θλιμμένη
Που τηνε ξεζουμίζουμε σα σάπιο πορτοκάλι...

Σαν ένα εκατομμύριο σκουλήκια, μυρμηγκώντας
Μες στο μυαλό μας κραιπάλουν του Δαίμονα τα πλήθη
Κι όταν ανάσα παίρνουμε, ο Θάνατος στα στήθη
Σαν αυλός ποταμός κυλά, σιωπηλά θρηνώντας...

Αν το φαρμάκι κι η φωτιά κι η βία και το μαχαίρι
Δὲν έχουνε τα φανταχτὰ κεντίδια ακόμα κάνει
Στο πρόστυχο της μοίρας μας άθλιο καραβοπάνι
Είναι που λείπει απ᾿ τη ψυχή το θάρρος, κι απ᾿ το χέρι...

Μα μες στις σκύλες, τους σκορπιούς, τα φίδια, τα τσακάλια
Τους πάνθηρες, τους πιθήκους, τους γύπες, τα θηρία
Που γρούζουν, σέρνονται, αλυχτούν κι ουρλιάζουν με μανία
Μες στων παθών μας το κλουβί, προβαίνει αγάλια
Θεριό πιο βρώμικο, κακό, την ασχήμια να δείξει...

Κι αν δε σαλεύει κι ούτε ακούει κανένας το ουρλιαχτό του
Όλη τη γης θα ρήμαζε, και στο χασμουρητό του
Θα 'θελε να κατάπινε τον κόσμο, αυτό ῾ναι η Πλήξη
Πού, μ᾿ ένα δάκρυ αθέλητο στα μάτια της κοιτάζεις
Καθώς καπνίζει τον ουκά, κρεμάλες να στυλώνει...

Και ξέρεις, αναγνώστη, αυτό το τέρας πως δαγκώνει!
- Ω ἀναγνώστη υποκριτή, αδέρφι, που μου μοιάζεις!

Victorien Sardou

Χορεύετε βαλς με μια αξιολάτρευτη γυναίκα - ξανθή, ονειρεμένη, υπέροχη.
Καθώς αφήνεται στα χέρια σας, με τα μάτια να κοιτάζουν τον ουρανό, σκέφτεστε:
Τι να ονειρεύεται άραγε αυτός ο άγγελος;
Κι εκείνη ονειρεύεται ότι ανατινάζει ένα τρένο...   

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Τρέχοντας στον μαραθώνιό μου ~ Antonio Vázquez Vázquez

Τρέχω και ο ήλιος με ακολουθεί

Τρέχω πάνω κάτω στις πλαγιές

Τα πόδια μου έχουν ξεχαρβαλωθεί και ματώνουν

Το σάλιο μου στέγνωσε εδώ και καιρό

Τρέχω την μέρα και την νύχτα

Δεν μπορώ πια να νιώσω τα πόδια μου

Σηκώνοντας το κεφάλι, βλέπω πολύ μακριά τον ορίζοντα

Έχουν μείνει πολλές ανηφόρες

Αλλά ξέρω ότι πρέπει να συνεχίσω

Δεν μπορώ να επιβραδύνω

Πρέπει να συνεχίσω να τρέχω

Δεν μπορούν να με πιάσουν

Τρέχω για την ελευθερία

Είμαι ο καλύτερος δρομέας

Ο πρώτος, δεν υπάρχει αντικαταστάτης

Αυτός είναι ο δικός μου μαραθώνιος

Όλα ξεκίνησαν όταν πήδηξα από τον τοίχο μιας φυλακής

Μετά σηκώθηκα πάνω

Αλλά ο δρόμος είναι πολύ μακρύς

Κρατάει πολύ ο μαραθώνιος

Όλος ο κόσμος με κυνηγάει

Αν κάποιος με προφτάσει

Ο αγώνας μου θα τελειώσει

Αλλά τα πόδια μου με αφήνουν

Χρειάζομαι ξεκούραση

Χρειάζομαι ένα κρησφύγετο μέσα από το οπόιο να παρατηρώ τριγύρω

Είμαι κουρασμένος και δεν μπορώ άλλο

Θέλω ν' αφεθώ να πέσω

Θα ήθελα να σταμετήσω να τρέχω

Ακούω φωνές από μακριά

Αυτός είναι, πιάστε τον!

Εκτινάσσομαι πάνω ξανά

Και τα πόδια μου πετάνε ξανά

Δεν υπάρχει καμιά αλυσίδα τώρα

Δεν θα τους αφήσω να με πιάσουν

Αλλά πάλι κουράζομαι

Αισθάνομαι πως δεν θα νικήσω

Είναι ένας πολύ μακρύς μαραθώνιος

Και ποτέ δεν θα τα καταφέρω

Από τη στιγμή που άρχισα να τρέχω

Δε μπόρεσα να ξεκουραστώ

Πάντα κοιτάζοντας τριγύρω

Πάντα κοιτάζοντας πίσω

Έχω την καρδιά μου στο στόμα μου

Τα νεύρα μου είναι τεντωμένα

Χωρίς σχεδόν να κοιμάμαι

Θα είμαι πάντα ένας περιθωριακός

Στη φυλακή και στον δρόμο

Θα είμαι πάντα ένας αποτυχημένος

Θα είμαι ελεύθερος μόνο όσο συνεχίζεται ο μαραθώνιός μου...

 
Από το βιβλίο Adiòs Prisiòn, Εκδόσεις Μαύρη Διεθνής
Μετάφραση: Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς

Ulrike Meinhof

Το να πετάξεις μια πέτρα είναι έγκλημα. Το να πετάξεις χίλιες πέτρες είναι πολιτική πράξη.
Το να πυρπολήσεις ένα αυτοκίνητο είναι έγκλημα. Το να πυρπολήσεις 1000 αυτοκίνητα είναι πολιτική πράξη.
Διαμαρτυρία σημαίνει να λες: Διαφωνώ με εκείνο και εκείνο. Αντίσταση σημαίνει να λες: θα δώσω ένα τέλος σε εκείνο και εκείνο...

Jean Marc Rouillan

Στα σαλόνια της διαμαρτυρίας, τα οποία είναι γεμάτα ιδεολογικές ταμπέλες τόσο μεγάλες που σέρνονται καταγής σαν κουρέλια και απορροφούν σα σφουγγαρόπανα τα απόνερα των υπονόμων, πάντοτε προτιμούσαν τους επαναστάτες άλλων εποχών.
Ή ακόμα κι εκείνους άλλων ηπείρων, ιδίως αυτούς που βρίσκονται στις τροπικές νοτιοαμερικάνικες σιέρρες.
Οι ταρτούφοι μεταμφιέζονται για να μη χρειαστεί να υποστηρίξουν τους επαναστάτες που μάχονται εδώ, για να μη χρειαστεί να διακινδυνεύσουν ποτέ τίποτα, για να παρακάμψουν τα ερωτήματα σχετικά με τη δική τους παραίτηση, την αιώνια χλιαρότητά τους, την ύπουλη προδοσία τους που στάζει καθημερινά δηλητήριο...

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Harold Pinter

Οι άνθρωποι δεν ξεχνούν.
Δεν ξεχνούν τον θάνατο των συντρόφων τους, δεν ξεχνούν τα βασανιστήρια και τους ακρωτηριασμούς, δεν ξεχνούν την αδικία, δεν ξεχνούν την καταπίεση, δεν ξεχνούν την τρομοκρατία των μεγάλων δυνάμεων.
Και όχι μόνο δεν ξεχνούν. Ανταποδίδουν το χτύπημα...

Renzo Novatore ~ ΧΙΙ

 
Ο νιχιλισμός μας δεν είναι χριστιανικός νιχιλισμός.
Δεν αρνούμαστε τη ζωή.
Όχι! Είμαστε οι μεγάλοι εικονοκλάστες του ψέματος. Κι όλα όσα έχουν ανακηρυχθεί "ιερά" είναι ένα ψέμα. Εμείς είμαστε εχθροί των "ιερών".
Και για σας ένας νόμος είναι "ιερός", μια κοινωνία "ιερή", μια ηθική "ιερή", μια ιδέα "ιερή"!
Αλλά εμείς οι κάτοχοι κι εραστές ανελέητης δύναμης και ομορφιάς με ισχυρή θέληση, της γοητευτικής ιδέας - εμείς, οι εικονοκλάστες όλων των καθαγιασμένων - γελάμε σατανικά, με ένα κομψό, ευρύ και κοροϊδευτικό γέλιο.
Γελάμε…
Και γελώντας, στρέφουμε το τόξο της παγανιστικής μας θέλησης για τη διαρκή απόλαυση, τεντωμένο προς την πλήρη ακεραιότητα της ζωής.
Και γράφουμε τις αλήθειες μας με γέλιο.
Και γράφουμε τα πάθη μας με αίμα.
Και γελάμε…!
Γελάμε το κομψό, υγιές και κόκκινο γέλιο του μίσους.
Γελάμε το κομψό μπλε και φρέσκο γέλιο της αγάπης.
Γελάμε!
Αλλά γελώντας, θυμόμαστε, με μέγιστη σοβαρότητα, να είμαστε ο νόμιμος απόγονος κι ο επάξιος κληρονόμος μιας σπουδαίας ελευθεριακής αριστοκρατίας, που μας μετέδωσε σατανικά ξεσπάσματα τρελού ηρωισμού στο αίμα, και κύματα ποίησης μονοφωνιών, τραγουδιών στη σάρκα!
Ο εγκέφαλός μας είναι μια λαμπερή πυρά, όπου η φωτιά των σκέψεων καίει σε χαρούμενα βάσανα.
Ο νους μας είναι μια μοναχική όαση, συνέχεια ανθισμένη και κεφάτη,όπου μυστική μουσική τραγουδάει την περίπλοκη μελωδία του φτερωτού μας μυστηρίου.
Και στον εγκέφαλό μας όλοι οι άγγελοι των βουνών μας κραυγάζουν, στη σάρκα μας όλες οι θύελλες της θάλασσας μας φωνάζουν, όλες οι Νύμφες του Κακού, τα όνειρά μας είναι πραγματικοί παράδεισοι κατοικημένοι από παρθένες μούσες.
Είμαστε οι αληθινοί δαίμονες της Ζωής.
Οι πρόδρομοι του χρόνου.
Οι πρώτες αναγγελίες!
Η ζωτική αφθονία μας μας μεθάει με δύναμη και περιφρόνηση.
Μας διδάσκει να περιφρονούμε το θάνατο...

Από την μπροσούρα "Προς το δημιουργικό τίποτα"
Αναδημοσίευση από A - politiko